Σώρευση αναγωγής αναγνωριστικής κυριότητας κτηθείσας με χρησικτησία και αίτησης διόρθωσης της πρώτης κτηματολογικής εγγραφής ακινήτου που φέρεται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη» κατά την τακτική διαδικασία, καίτοι το αίτημα διόρθωσης δικάζεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, αφού η τακτική ενέχει μεγαλύτερα εχέγγυα. Μη αναγκαία προσκόμιση πιστοποιητικού ΕΝΦΙΑ, καθόσον η απαίτηση προσκόμισής του με ποινή απαραδέκτου της συζήτησης της αγωγής, παραβιάζει το άρθρο 6 παρ. 1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης Δικαιωμάτων του Ανθρώπου αλλά και τα συνταγματικά δικαιώματα ιδιοκτησίας, παροχής έννομης προστασίας και την αρχή της αναλογικότητας. Άλλωστε, δεν μπορεί μία καθαρά φορολογική διάταξη να αποτελεί ειδική διαδικαστική προϋπόθεση εμπράγματης αγωγής, ενώ στόχος της δίκης πρέπει να είναι πάντοτε η έκδοση απόφασης επί της ουσίας και οι διαδικαστικές προϋποθέσεις πρέπει να έχουν σκοπό την ομαλή ροή της διαδικασίας και να αποτελούν εγγυήσεις ορθής απόφασης. Κτήση κυριότητας διαμερίσματος αλλά και δικαιώματος χρήσης χώρου στάθμευσης (πραγματικής δουλείας) με έκτακτη χρησικτησία, ενόψει εικοσαετούς χρησιμοποίησής τους ως οικογενειακής εστίας και προς στάθμευση αυτοκινήτου αντίστοιχα. Σε οικισμούς προϋφιστάμενους του 1923, χρησικτησία έναντι του Δημοσίου εφόσον μέχρι την έναρξη του νόμου 3127/2003 ο δικαιούχος νέμεται το ακίνητο επί 10 έτη αδιατάρακτα με νόμιμο τίτλο του ιδίου ή των δικαιοπαρόχων.
Μονομελές Πρωτοδικείο Λαρίσης (τακτική)
Αριθμός 131/2016
(...) Επειδή, από τις διατάξεις του άρθρου 6 παρ. 2 ν. 2664/1998, όπως ισχύει, προκύπτει ότι σε περίπτωση ανακριβούς πρώτης εγγραφής μπορεί να ζητηθεί με αγωγή ενώπιον του αρμοδίου καθ' ύλην και κατά τόπο Δικαστηρίου, η αναγνώριση του δικαιώματος, που προσβάλλεται με την ανακριβή εγγραφή και η διόρθωση, ολικά ή μερικά της πρώτης εγγραφής. Η αγωγή, αναγνωριστική ή διεκδικητική ασκείται από όποιον έχει έννομο συμφέρον, σε αποκλειστική προθεσμία πέντε (5) ετών, από τη δημοσίευση στην Εφημερίδα της Κυβέρνησης της απόφασης του Οργανισμού Κτηματολογίου. Κατ' εξαίρεση, όταν πρόκειται για διόρθωση αρχικής εγγραφής με την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» και ο δικαιούχος επικαλείται ως τίτλο κτήσεως την έκτακτη χρησικτησία, η αγωγή απευθύνεται κατά του Ελληνικού Δημοσίου, στο οποίο θεωρείται ότι ανήκουν κατά κυριότητα, μόλις καταστεί οριστική η πρώτη έγγραφη, σύμφωνα με τη διάταξη του άρθρου 9 παρ.1 ν. 2664/1998 (βλ. ΑΠ 174/2014, ΑΠ 2007/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Εν προκειμένω, με την κρινόμενη αγωγή εκτίθεται ότι ο ενάγων είναι κύριος, νομέας και κάτοχος του υπό στοιχεία Ε-2 διαμερίσματος του πέμπτου ορόφου, καθαρού εμβαδού 89,879 τ.μ., πολυκατοικίας, κείμενης στην πόλη της Λ., επί της οδού Η. αρ. ...…, περιγραφόμενου κατά τα λοιπά λεπτομερώς στην αγωγή,μετά του επ’ αυτού με τα στοιχεία Ρ-13 χώρου στάθμευσης αυτοκινήτου επιφανείας 15,39 τ.μ. ως πραγματικής δουλείας υπέρ του εκάστοτε κυρίου του ως άνω διαμερίσματος.
Ότι ο ενάγων έγινε κύριος του ως άνω διαμερίσματος και της δουλείας χρήσης του χώρου στάθμευσης αυτοκινήτου με έκτακτη χρησικτησία, δεδομένου ότι δυνάμει του υπ αρίθμ. ........./1-1991 προσυμφώνου συμβολαίου της Συμβολαιογράφου Ε.Ρ.., απέκτησε τη νομή τους από την κατασκευαστική εταιρία με την επωνυμία «Π. Δ. -Ο. Σ. Ο.Ε.» και έκτοτε ασκεί επ αυτών τις αναφερόμενες στην αγωγή πράξεις νομής και κατοχής, που προσιδιάζουν στη φύση τους, με διανοία κυρίου μέχρι την άσκηση της αγωγής (9-3-2015), ήτοι επί χρονικό διάστημα μακρότερο της 20ετίας, χωρίς ποτέ να ενοχληθεί από κανέναν. Οτι εκ παραδρομής, κατά την εγγραφή στο κτηματολογικό Φύλλο του σχετικού βιβλίου του Κτηματολογικού Γραφείου Λ., το επίδικο ακίνητο εγγράφηκε ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», με ΚΑΕΚ ................
Επιδιώκεται δε με την κρινόμενη αγωγή α) να αναγνωριστεί ότι ο ενάγων είναι κύριος του επιδίκου ακινήτου καιδικαιούχος χρήσης του ανωτέρω χώρου στάθμευσης αυτοκινήτου, β) να διορθωθεί η πρώτη εγγραφή τον επιδίκου διαμερίσματος με την ένδειξη «αγνώστου ιδιοκτήτη» και να αναγραφεί ο ενάγων ως κύριος αυτού, με τίτλο κτήσης αυτού την έκτακτη χρησικτησία.
Με το ανωτέρω περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αγωγή στο δικόγραφο της οποίας γίνεται σώρευση της αναγνωριστική κυριότητας και της αίτησης διόρθωσης της πρώτης εγγραφής του επιδίκου ακινήτου, που φέρεται ως «αγνώστου ιδιοκτήτη», αρμοδίως καθ' ύλην και κατά τόπο φέρεται προς εκδίκαση, ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού, ενόψει της αξίας του, που ανέρχεται στο ποσό των 73.589,67 ευρώ, είναι δε και νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 1045, 1046 ΑΚ, 6 παρ.1 και 2, 13 παρ. 2, 17 παρ. 1 ν. 2664/1998, απορριπτομένου ως αβασίμου του ισχυρισμού του εναγομένου Ελληνικού Δημοσίου περί αοριστίας της αγωγής, καθόσον ο ενάγων εκθέτει στην αγωγή του ότι απέκτησε την κυριότητα του επιδίκου ακινήτου, με έκτακτη χρησικτησία, αφού του παραχωρήθηκε η νομή και κατοχή επ’ αυτού, δυνάμει του υπ’ αρίθμ. 5380/1991 προαναφερόμενου προσυμφώνου και έκτοτε άσκησε επ’ αυτού μέχρι την άσκηση της αγωγής όλες τις πράξεις νομής και κατοχής, που προσιδιάζουν στη φύση τον ακινήτου με διανοία κυρίου, όπως αναλυτικά εκτίθενται στην αγωγή.Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί κατ' ουσία η αγωγή κατά την τακτική διαδικασία, καίτοι το αίτημα για διόρθωση πρώτης εγγραφής εκδικάζεται κατά τη διαδικασία της εκουσίας δικαιοδοσίας, αφού η τακτική ενέχει μεγαλύτερα εχέγγυα ασφαλούς διάγνωσης της διαφοράς και εκ τούτου δεν δημιουργείται ακυρότητα ή απαράδεκτο (ΑΠ 174/2014, ΑΠ 2007/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), Περαιτέρω, για το παραδεκτό της συζήτησης των αιτημάτων της αγωγής α) καταχωρήθηκε περίληψη αυτής εμπρόθεσμα στο τηρούμενο κτηματολογικό φύλλο του αρμοδίου Κτηματολογικού Γραφείου Λ. (βλ. υπ’ αρίθμ. πρωτ. ....................................................................................…/23-3-2015 πιστοποιητικό του Κτηματολογικού Γραφείου Λ.), μη απαιτούμενης προσαγωγής πιστοποιητικού ΕΝΦΙΑ (ν. 4223/2013), καθόσον κατά την κρίση του Δικαστηρίου, η διάταξη, που καθιερώνει το απαράδεκτο της συζήτησης της αγωγής, αν δεν προσκομιστεί από το διάδικο πιστοποιητικό ΕΝΦΙΑ, παραβιάζει και έρχεται σε ευθεία αντίθεση με τη διάταξη του άρθρου 6 παρ.1 της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για την προστασία των δικαιωμάτων του ανθρώπου και των θεμελιωδών ελευθεριών (ΕΣΔΑ) και τις διατάξεις των άρθρων 17, 20 και 25 του Συντάγματος (δικαιώματα ιδιοκτησίας, δικαίωμα παροχής έννομης προστασίας και αρχή της αναλογικότητας). 'Aλλωστε, δεν είναι δυνατόν μία καθαρά φορολογική διάταξη, που δεν αφορά στην προστασία των συναλλασσομένων σε σχέση με τα ακίνητα ή δεν επιδιώκει την παροχή δικαστικής προστασίας, να αποτελεί ειδική διαδικαστική προϋπόθεση μιας εμπράγματης αγωγής και προαπαιτούμενο, προκειμένου να εκδοθεί απόφαση επί της ουσίας.
Άλλωστε, στόχος της δίκης πρέπει να είναι πάντοτε η έκδοση της απόφασης επί της ουσίας και οι διαδικαστικές προϋποθέσεις πρέπει να έχουν σκοπό να εξασφαλίσουν την ομαλή και απρόσκοπτη ροή της διαδικασίας και να αποτελούν εγγυήσεις ορθής δικαστικής απόφασης (ΑΠ 1164/2009, ΑΠ 205/2006, ΠΠρΘεσ. 15203/2014 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).