Αριθμός 1471/2008
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Φεβρουαρίου 2007, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ευθ. Αντωνόπουλος, Ι. Ζόμπολας, Σύμβουλοι, Β. Ανδρουλάκης, Στ. Κτιστάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Βλασερού.
Για να δικάσει την από 13 Ιουλίου 2005 αίτηση:
του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών «Η Αγία Σ.», που εδρεύει στην Αθήνα (Θ. και Π. – Γουδί), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο ΑΟ (Α.Μ. ), που τη διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά των : 1. Ε Δ., κατοίκου Α. Α. (οδός Σ. αριθ. ***), ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους: α. ΠΓ και β. Κ. Α που τους διόρισε στο ακροατήριο, 2. Μ. Κ, κατοίκου Κ. Α. (οδός Κ. αριθ. *) και 3. Θεοδώρου Δ., κατοίκου Α. Α. (οδός Σ. αριθ. ***), οι οποίοι παρέστησαν με τους ίδιους ως άνω δικηγόρους που τους διόρισαν με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή το αναιρεσείον Νοσοκομείο επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 523/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ευθ..
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια του αναιρεσείοντος Νοσοκομείου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τους πληρεξούσιους των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του
δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τα ά τα ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται, κατά νόμο, η καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 Ν. 2579/1998 Α΄ 31).
2. Επειδή, με την ως άνω αίτηση ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της υπ’ αριθ. 523/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος νοσοκομείου κατά της υπ’ αριθ. 14386/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή των Ε Δ., Ε. Δ., Μ. Κ και Θ Δ. και υποχρεώθηκε το αναιρεσείον Νοσοκομείο να καταβάλει στους μεν Εο Δ. και Ε. Δ. ποσό 73.367,5
ευρώ στον καθένα, στην Μ. Κ. ποσό 29.347 ευρώ και στο Θ Δ. ποσό 58.964 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, που προεκλήθη από το θάνατο του Π. Δ., υιού των δύο πρώτων και αδελφού των άλλων δύο, ο οποίος μολύνθηκε από τον ιό του AIDS κατά τις μεταγγίσεις αίματος, στις οποίες υποβαλλόταν στο αναιρεσείον νοσοκομείο και απεβίωσε συνεπεία της μολύνσεως αυτής. Επιπλέον αναγνωρίσθηκε ότι ο Ε. Δ. και Ε. Δ. δικαιούνται να λάβουν από το Νοσοκομείο ποσό 14.673,51 ευρώ ο καθένας με νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Ε. Δ. απεβίωσε αδιάθετη στις 9-7-2003, δηλαδή μετά από την τελευταία συζήτηση της αγωγής (14-4-2003), στη δίκη δε ενώπιον του Εφετείου οι αναιρεσίβλητοι, που παραστάθηκαν, ενήργησαν ατομικώς αλλά και ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της ανωτέρω αποβιωσάσης, συζύγου του πρώτου και μητέρας των λοιπών, Ε. Δ., και, συνεπώς, η κατ’ αναίρεση δίκη συνεχίζεται ως προς αυτούς.
3. Επειδή, στο άρθρο 105 Εισ. Ν.Α.Κ. ορίζεται ότι : "Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών" και στο άρθρο 106 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι : "Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία του".
4. Επειδή, μεταξύ των διοικητικών διαφορών ουσίας, οι οποίες ήδη ανήκουν στα διοικητικά δικαστήρια, κατά τις διατάξεις του άρθρου 94 του Συντάγματος, περιλαμβάνονται, και οι διαφορές που αναφύονται εκ της ευθύνης του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση, συμφώνως προς τις κείμενες σχετικές διατάξεις, τέτοιες δε διαφορές είναι, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου του Συντάγματος όχι μόνον οι γεννώμενες από την έκδοση μη νομίμου εκτελεστής διοικητικής πράξεως η από την μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξεως, αλλά και αυτές που προκύπτουν από υλικές ενέργειες ή παραλείψεις οφειλομένων νομίμων υλικών ενεργειών των οργάνων των δημοσίων υπηρεσιών ή των υπηρεσιών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στις περιπτώσεις βεβαίως που οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις προέρχονται εκ της οργανώσεως και λειτουργίας των υπηρεσιών τούτων, όχι δε και οσάκις συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου κλπ. ή οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου ενεργήσαντος εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του. (πρβλ. Ολ. Σ.Ε. 3045/1992, ΑΕΔ 5/1995). Περαιτέρω κατά την έννοια των αυτών διατάξεων (άρθρ. 105, 106) το Δημόσιο, οι Ο.Τ.Α. και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται, εφ' όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, σε αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας, δύνανται, επί πλέον, να επιδικάσουν σε βάρος των ανωτέρω εύλογο χρηματική ικανοποίηση σε εκείνον που υπέστη προσβολή, μεταξύ άλλων, της υγείας, κατ' ανάλογο εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Α.Κ. (άρθρ. 932, 933 κλπ.), του ύψους της χρηματικής αυτής ικανοποιήσεως, ως κρίσεως ουσιαστικής, μη υποκειμένης στον αναιρετικό έλεγχο (ΣΕ 2463/1998, 3457/2003).
ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Α΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 5 Φεβρουαρίου 2007, με την εξής σύνθεση: Σωτ. Ρίζος, Αντιπρόεδρος, Προεδρεύων, σε αναπλήρωση του Προέδρου του Τμήματος, που είχε κώλυμα, Ευθ. Αντωνόπουλος, Ι. Ζόμπολας, Σύμβουλοι, Β. Ανδρουλάκης, Στ. Κτιστάκη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Μ. Βλασερού.
Για να δικάσει την από 13 Ιουλίου 2005 αίτηση:
του Ν.Π.Δ.Δ. με την επωνυμία Γενικό Νοσοκομείο Παίδων Αθηνών «Η Αγία Σ.», που εδρεύει στην Αθήνα (Θ. και Π. – Γουδί), το οποίο παρέστη με τη δικηγόρο ΑΟ (Α.Μ. ), που τη διόρισε με πληρεξούσιο,
κατά των : 1. Ε Δ., κατοίκου Α. Α. (οδός Σ. αριθ. ***), ο οποίος παρέστη με τους δικηγόρους: α. ΠΓ και β. Κ. Α που τους διόρισε στο ακροατήριο, 2. Μ. Κ, κατοίκου Κ. Α. (οδός Κ. αριθ. *) και 3. Θεοδώρου Δ., κατοίκου Α. Α. (οδός Σ. αριθ. ***), οι οποίοι παρέστησαν με τους ίδιους ως άνω δικηγόρους που τους διόρισαν με πληρεξούσιο.
Με την αίτηση αυτή το αναιρεσείον Νοσοκομείο επιδιώκει να αναιρεθεί η υπ’ αριθ. 523/2005 απόφαση του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών.
Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως του Εισηγητή, Συμβούλου Ευθ..
Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε την πληρεξούσια του αναιρεσείοντος Νοσοκομείου, η οποία ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους αναιρέσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τους πληρεξούσιους των αναιρεσιβλήτων, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της.
Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του
δικαστηρίου και
Αφού μελέτησε τα σχετικά έγγραφα
Σ κ έ φ θ η κ ε κ α τα ά τα ο Ν ό μ ο
1. Επειδή, για την άσκηση της κρινομένης αιτήσεως δεν απαιτείται, κατά νόμο, η καταβολή παραβόλου (άρθρο 28 παρ. 4 Ν. 2579/1998 Α΄ 31).
2. Επειδή, με την ως άνω αίτηση ζητείται παραδεκτώς η αναίρεση της υπ’ αριθ. 523/2005 αποφάσεως του Διοικητικού Εφετείου Αθηνών, με την οποία απορρίφθηκε έφεση του ήδη αναιρεσείοντος νοσοκομείου κατά της υπ’ αριθ. 14386/2003 αποφάσεως του Διοικητικού Πρωτοδικείου Αθηνών. Με την πρωτόδικη απόφαση έγινε εν μέρει δεκτή αγωγή των Ε Δ., Ε. Δ., Μ. Κ και Θ Δ. και υποχρεώθηκε το αναιρεσείον Νοσοκομείο να καταβάλει στους μεν Εο Δ. και Ε. Δ. ποσό 73.367,5
ευρώ στον καθένα, στην Μ. Κ. ποσό 29.347 ευρώ και στο Θ Δ. ποσό 58.964 ευρώ ως χρηματική ικανοποίηση λόγω ψυχικής οδύνης, που προεκλήθη από το θάνατο του Π. Δ., υιού των δύο πρώτων και αδελφού των άλλων δύο, ο οποίος μολύνθηκε από τον ιό του AIDS κατά τις μεταγγίσεις αίματος, στις οποίες υποβαλλόταν στο αναιρεσείον νοσοκομείο και απεβίωσε συνεπεία της μολύνσεως αυτής. Επιπλέον αναγνωρίσθηκε ότι ο Ε. Δ. και Ε. Δ. δικαιούνται να λάβουν από το Νοσοκομείο ποσό 14.673,51 ευρώ ο καθένας με νόμιμο τόκο από την επίδοση της αγωγής. Όπως προκύπτει από την αναιρεσιβαλλόμενη απόφαση, η Ε. Δ. απεβίωσε αδιάθετη στις 9-7-2003, δηλαδή μετά από την τελευταία συζήτηση της αγωγής (14-4-2003), στη δίκη δε ενώπιον του Εφετείου οι αναιρεσίβλητοι, που παραστάθηκαν, ενήργησαν ατομικώς αλλά και ως εξ αδιαθέτου κληρονόμοι της ανωτέρω αποβιωσάσης, συζύγου του πρώτου και μητέρας των λοιπών, Ε. Δ., και, συνεπώς, η κατ’ αναίρεση δίκη συνεχίζεται ως προς αυτούς.
3. Επειδή, στο άρθρο 105 Εισ. Ν.Α.Κ. ορίζεται ότι : "Για παράνομες πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων του δημοσίου κατά την άσκηση της δημόσιας εξουσίας που τους έχει ανατεθεί, το δημόσιο ενέχεται σε αποζημίωση, εκτός αν η πράξη ή η παράλειψη έγινε κατά παράβαση διάταξης που υπάρχει για χάρη του γενικού συμφέροντος. Μαζί με το δημόσιο ευθύνεται εις ολόκληρον και το υπαίτιο πρόσωπο, με την επιφύλαξη των ειδικών διατάξεων για την ευθύνη των υπουργών" και στο άρθρο 106 του ίδιου νόμου ορίζεται ότι : "Οι διατάξεις των δύο προηγούμενων άρθρων εφαρμόζονται και για την ευθύνη των δήμων, των κοινοτήτων ή άλλων νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου από πράξεις ή παραλείψεις των οργάνων που βρίσκονται στην υπηρεσία του".
4. Επειδή, μεταξύ των διοικητικών διαφορών ουσίας, οι οποίες ήδη ανήκουν στα διοικητικά δικαστήρια, κατά τις διατάξεις του άρθρου 94 του Συντάγματος, περιλαμβάνονται, και οι διαφορές που αναφύονται εκ της ευθύνης του Δημοσίου, των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου προς αποζημίωση, συμφώνως προς τις κείμενες σχετικές διατάξεις, τέτοιες δε διαφορές είναι, κατά την έννοια του ανωτέρω άρθρου του Συντάγματος όχι μόνον οι γεννώμενες από την έκδοση μη νομίμου εκτελεστής διοικητικής πράξεως η από την μη νόμιμη παράλειψη εκδόσεως τέτοιας πράξεως, αλλά και αυτές που προκύπτουν από υλικές ενέργειες ή παραλείψεις οφειλομένων νομίμων υλικών ενεργειών των οργάνων των δημοσίων υπηρεσιών ή των υπηρεσιών των οργανισμών τοπικής αυτοδιοικήσεως και των νομικών προσώπων δημοσίου δικαίου, στις περιπτώσεις βεβαίως που οι υλικές αυτές ενέργειες ή παραλείψεις προέρχονται εκ της οργανώσεως και λειτουργίας των υπηρεσιών τούτων, όχι δε και οσάκις συνάπτονται με την ιδιωτική διαχείριση του Δημοσίου κλπ. ή οφείλονται σε προσωπικό πταίσμα οργάνου ενεργήσαντος εκτός του κύκλου των υπηρεσιακών καθηκόντων του. (πρβλ. Ολ. Σ.Ε. 3045/1992, ΑΕΔ 5/1995). Περαιτέρω κατά την έννοια των αυτών διατάξεων (άρθρ. 105, 106) το Δημόσιο, οι Ο.Τ.Α. και τα νομικά πρόσωπα δημοσίου δικαίου υποχρεούνται, εφ' όσον συντρέχουν οι προϋποθέσεις εφαρμογής τους, σε αποκατάσταση κάθε θετικής και αποθετικής ζημίας, τα Δικαστήρια δε της ουσίας, δύνανται, επί πλέον, να επιδικάσουν σε βάρος των ανωτέρω εύλογο χρηματική ικανοποίηση σε εκείνον που υπέστη προσβολή, μεταξύ άλλων, της υγείας, κατ' ανάλογο εφαρμογή των σχετικών διατάξεων του Α.Κ. (άρθρ. 932, 933 κλπ.), του ύψους της χρηματικής αυτής ικανοποιήσεως, ως κρίσεως ουσιαστικής, μη υποκειμένης στον αναιρετικό έλεγχο (ΣΕ 2463/1998, 3457/2003).