Κυριακή 24 Σεπτεμβρίου 2017

ΑρΠάγος (Δ') 153/17 : Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα - Ν.3869/10 - Δόλος. Αναίρεση - Λόγοι.

ΑρΠάγος (Δ') 153/17 : Υπερχρεωμένα φυσικά πρόσωπα - Ν.3869/10 - Δόλος. Αναίρεση - Λόγοι. Η αναίρεση κατ’ αποφάσεως που εκδίδεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, όπως είναι και του ν. 3869/10, απευθύνεται καθ’ όλων που έλαβαν μέρος στη δίκη, όπου εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, όχι όμως με κύρωση το απαράδεκτο αυτής. Το δικαστήριο μπορεί να επιβάλει την κλήτευσή τους. Στις αποφάσεις που εκδίδονται επί υποθέσεων του ν. 3869/10 δεν επιτρέπεται ανακοπή ερημοδικίας και δεν ισχύει η αρχή της διαδοχικής άσκησης των ενδίκων μέσων. Η έννοια του δόλου κατ’ άρθρο 1 ν. 3869/10. Δόλος υφίσταται είτε ο οφειλέτης γνώριζε κατά την ανάληψη των χρεών ότι είναι αμφίβολη η εξυπηρέτησή τους ενόψει των εισοδημάτων του και των εν γένει αναγκών του είτε από υπαιτιότητα του βρέθηκε μεταγενέστερα σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών. Περίπτωση ενδεχομένου δόλου συντρέχει όταν ο οφειλέτης συμφωνεί με ικανό αριθμό πιστωτικών ιδρυμάτων την απόλαυση μεγάλου αριθμού τραπεζικών προϊόντων προβλέποντας ως ενδεχόμενο ότι ο υπερδανεισμός του με βάση, τις υφιστάμενες ή ευλόγως αναμενόμενες μελλοντικές οικονομικές του δυνατότητες, σε συνδυασμό με το ύψος των οφειλών του θα τον οδηγούσε σε κατάσταση αδυναμίας πληρωμών και παρά ταύτα αποδέχθηκε το αποτέλεσμα αυτό. Ο δόλος είναι αόριστη νομική έννοια και άρα ελέγχεται αναιρετικά η απόφαση περί του αν τα γενόμενα ανέλεγκτα δεκτά από αυτή περιστατικά υπάγονται ή όχι στη έννοιά του. Εν προκειμένω κατά παράβαση του νόμου η προσβαλλομένη έκρινε ότι απαιτείται για τη συνδρομή δόλιας περιέλευσης του υπερχρεωμένου οφειλέτη σε αδυναμία πληρωμών άμεσος δόλος και ειδικότερα εξαπάτηση εκ μέρους του, ως δανειολήπτη, των υπαλλήλων του πιστωτικού ιδρύματος από το οποίο δανειοδοτήθηκε, αποκλείοντας τη συνδρομή αυτής (δόλιας περιέλευσης σε αδυναμία πληρωμών) σε περίπτωση ενδεχόμενου δόλου ή παράλειψης των υπαλλήλων των πιστωτικών ιδρυμάτων να ενεργήσουν έρευνα της πιστοληπτικής ικανότητας του δανειολήπτη πριν από τη χορήγηση της πίστωσης. Αναιρεί την υπ’ αριθμ. 95/14 απόφαση του ΜονΠρΡόδου και παραπέμπει την υπόθεση για εκδίκαση στο ίδιο δικαστήριο με άλλη σύνθεση

Αριθμός 153/2017
ΤΟ ΔΙΚΑΣΤΗΡΙΟ ΤΟΥ ΑΡΕΙΟΥ ΠΑΓΟΥ
Δ’ Πολιτικό Τμήμα

Συγκροτήθηκε από τους Δικαστές: Ειρήνη Κιουρκτσόγλου - Πετρουλάκη, Αντιπρόεδρο του Αρείου Πάγου, Γεώργιο Σακκά, Σοφία Ντάντου, Αλεξάνδρα Κακκαβά και Μαρία Τζανακάκη, Αρεοπαγίτες.
Συνήλθε σε δημόσια συνεδρίαση στο Κατάστημα του, στις 7 Οκτωβρίου 2016, με την παρουσία και του Γραμματέα Αθανασίου Λιάπη, για να δικάσει μεταξύ:
Της αναιρεσείουσας: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρίας με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΑ ... ΑΕ", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΣΣ.
Της αναιρεσίβλητης: Ε. Θ. του Κ., κατοίκου ..., η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΜΜ, που δήλωσε στο ακροατήριο ότι ανακαλεί την από 6-10-2016 δήλωση του άρθρου 242 παρ. 2 ΚΠολΔ και παρίσταται.
Κοινοποιουμένη η αναίρεση προς: 1) Εισαγγελέα Αρείου Πάγου, που δεν παραστάθηκε, 2) Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ρόδου, που δεν παραστάθηκε, 3) Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία "Τράπεζα ... ΑΕ" και το διακριτικό τίτλο "Τράπεζα ...", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΓΚ, 4) Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία "ΤΡΑΠΕΖΑ ... ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ" και το διακριτικό τίτλο "...", που εδρεύει στο ... και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 5) Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία "... ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της ΙΧ, 6) Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία "... ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΕ", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 7) Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία "...", που εδρεύει στο ..., είναι νόμιμα εγκατεστημένη στην Ελλάδα (Αθήνα) και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 8) Ανώνυμη Τραπεζική Εταιρία με την επωνυμία "...", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε, 9) Σωματείο μη κερδοσκοπικού χαρακτήρα με την επωνυμία "...", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, το οποίο εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο του Α Δ και 10) ..., με διακριτικό τίτλο "...", που εδρεύει στην … και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία δεν παραστάθηκε.

Η ένδικη διαφορά άρχισε με την από 16-5-2011 αίτηση της ήδη αναιρεσίβλητης, που κατατέθηκε στο Ειρηνοδικείο Ρόδου και συνεκδικάστηκε με την κύρια παρέμβαση της ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία "... ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΝΩΝΥΜΗ ΕΤΑΙΡΕΙΑ ΠΑΡΟΧΗΣ ΠΙΣΤΩΣΕΩΝ", μη διαδίκου στην παρούσα δίκη. Εκδόθηκαν οι αποφάσεις: 10/2012 οριστική του ίδιου Δικαστηρίου, 375/2013 μη οριστική και 95/2014 οριστική του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου.
Την αναίρεση της τελευταίας απόφασης ζητεί η αναιρεσείουσα με την από 2-5-2014 αίτηση της.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης αυτής, που εκφωνήθηκε από το πινάκιο, οι διάδικοι παραστάθηκαν όπως σημειώνεται πιο πάνω.
Η Εισηγήτρια Αρεοπαγίτης Μαρία Τζανακάκη διάβασε την από 12- 10-2015 έκθεση της κωλυόμενης να μετάσχει στη σύνθεση του Δικαστηρίου αυτού Αρεοπαγίτου Ειρήνης Καλού, με την οποία εισηγήθηκε την παραδοχή του λόγου της αίτησης αναίρεσης, καθώς και την αναίρεση της υπ’ αριθμ. 95/2014 απόφασης του Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου.
Οι πληρεξούσιοι της αναιρεσείουσας και των παραστάντων (3ης και 5ης) προς κοινοποίηση τραπεζικών εταιριών ζήτησαν την παραδοχή της αίτησης, οι πληρεξούσιοι της αναιρεσίβλητης και του παραστάντος (9ου) προς κοινοποίηση Σωματείου την απόρριψή της, καθένας δε την καταδίκη του αντιδίκου μέρους στη δικαστική δαπάνη.

ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη από 2-5-2014 (αρ. κατ. 2/2014) αίτηση αναίρεσης απευθύνεται κατά της αναιρεσίβλητης - αιτούσας τη δικαστική ρύθμιση των οφειλών της σύμφωνα με τις διατάξεις του Ν. 3869/2010 και προσβάλλει την υπ’ αρ. 95/2014 απόφαση του, ως εφετείου, δικάσαντος Μονομελούς Πρωτοδικείου Ρόδου, η οποία εκδόθηκε με την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας. Η αίτηση αναίρεσης κοινοποιήθηκε επίσης 1) στην Εισαγγελέα του Αρείου Πάγου, 2) στον Εισαγγελέα Πρωτοδικών Ρόδου, 3) στην Τράπεζα ..., 4) στην Τράπεζα ..., 5) στην Τράπεζα ... ΤΡΑΠΕΖΑ ΤΗΣ ΕΛΛΑΔΟΣ ΑΕ, 6) στην Τράπεζα ... ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΕ, 7) στην Τράπεζα ..., 8) στην Τράπεζα ..., 9) στο Σωματείο ... και 10) στην ..., με το διακριτικό τίτλο .... Αναφορικά δε με το ζήτημα της παραδεκτής άσκησης της αίτησης αναίρεσης και την παθητική νομιμοποίηση αυτής, λεκτέα τα εξής: Κατά τη διάταξη του άρθρου 762 ΚΠολΔ, που ρυθμίζει την παθητική νομιμοποίηση της έφεσης κατά των αποφάσεων οι οποίες εκδίδονται κατά την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας, ορίζεται ότι "αν περισσότεροι έλαβαν μέρος στην πρωτόδικη δίκη, η έφεση που ασκεί ένας από αυτούς απευθύνεται κατά των άλλων ή των καθολικών διαδόχων ή των κληρονόμων τους". Κατά το άρθρο 769 εδ. γ’ ΚΠολΔ, η ως άνω διάταξη εφαρμόζεται και για την παθητική νομιμοποίηση της αναίρεσης κατά των αποφάσεων που εκδίδονται κατά την ειδική διαδικασία της εκούσιας δικαιοδοσίας.
Εξάλλου, κατά τη διάταξη του άρθρου 748 παρ. 3 εδ. α’ ΚΠολΔ, η οποία εφαρμόζεται και στα ένδικα μέσα (άρθρο 760 εδ. α’ ΚΠολΔ), το Δικαστήριο που είναι αρμόδιο να δικάσει το ένδικο μέσο, επομένως και την αναίρεση, κατ’ αποφάσεως που εκδίδεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, μπορεί να διατάξει την κλήτευση τρίτων που είχαν έννομο συμφέρον από τη δίκη. Από τις πιο πάνω διατάξεις προκύπτει ότι το ένδικο μέσο, επομένως και η αναίρεση κατ’ αποφάσεως που εκδίδεται κατά την εκούσια δικαιοδοσία, πρέπει μεν να απευθύνεται καθ’ όλων εκείνων που έλαβαν μέρος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, πλην όμως το δικαστήριο, που είναι αρμόδιο να δικάσει το ένδικο μέσο, μπορεί, σύμφωνα με την ως άνω διάταξη του άρθρου 748 παρ. 3 ΚΠολΔ, να επιβάλει την κλήτευση τρίτων που έχουν έννομο συμφέρον από τη δίκη, επομένως και του διαδίκου, που είχε λάβει μέρος στη δίκη κατά την οποία εκδόθηκε η προσβαλλομένη απόφαση, κατά του οποίου δεν απευθύνεται το ένδικο μέσο. (ΑΠ Ολ. 6/1999, ΑΠ 589/2001, ΑΠ 491/2001).

Δευτέρα 18 Σεπτεμβρίου 2017

ΑΠΔ 89/2017 : Παράβαση του νόμου περί προστασίας δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα- Πιστωτική κάρτα

Στο δικαίωμα πρόσβασης εμπίπτει και το δικαίωμα του υποκειμένου να λάβει σαφείς πληροφορίες σχετικά με τα δεδομένα που τον αφορούν. Παράβαση λόγω παροχής αντιφατικών απαντήσεων του υπευθύνου επεξεργασίας. Παράνομη επεξεργασία δεδομένων πιστωτικής κάρτας κατόπιν μη εξουσιοδοτημένης πρόσβασης υπαλλήλου για καταχώρηση πάγιας εντολής εξόφλησης λογαριασμού κινητής τηλεφωνίας. Χρήση στοιχείων πιστωτικής κάρτας και χρέωση αυτής χωρίς σχετική εξουσιοδότηση. Παραβίαση ασφάλειας δεδομένων. Μη εύλογο χρονικό διάστημα τριών (3) μηνών για διατήρηση δεδομένων πιστωτικών καρτών. Επιβάλλει πρόστιμο για μη ικανοποίηση δικαιώματος πρόσβασης και παράνομη επεξεργασία δεδομένων πιστωτικής κάρτας.

ΑΡΧΗ ΠΡΟΣΤΑΣΙΑΣ ∆Ε∆ΟΜΕΝΩΝ ΠΡΟΣΩΠΙΚΟΥ ΧΑΡΑΚΤΗΡΑ
Αθήνα, 04-08-2017
Αριθ. Πρωτ.: Γ/ΕΞ/5915/04-08-2017    
ΑΠΟΦΑΣΗ ΑΡ. 89/2017 (Τµήµα)

Η Αρχή Προστασίας ∆εδοµένων Προσωπικού Χαρακτήρα συνήλθε, µετά από πρόσκληση του Προέδρου της, σε τακτική συνεδρίαση στις 14-06-2017, σε συνέχεια της από 03-05-2017 συνεδρίασης, προκειµένου να εξετάσει την υπόθεση που αναφέρεται στο ιστορικό της παρούσας.
Παρέστησαν ο Αναπληρωτής Πρόεδρος Γεώργιος Μπατζαλέξηςκωλυοµένου του Προέδρου της Αρχής Κωνσταντίνου Μενουδάκου, και τα αναπληρωµατικά µέλη Παναγιώτης ΡοντογιάννηςΧαράλαµπος Τσιλιώτης, ως εισηγητής, σε αναπλήρωση των τακτικών µελών Αντώνιου Συµβώνη και Σπυρίδωνα Βλαχόπουλου, αντίστοιχα, οι οποίοι, αν και εκλήθησαν νοµίµως εγγράφως, δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος. Επίσης, δεν παρέστησαν λόγω κωλύµατος, αν και εκλήθησαν νοµίµως εγγράφως, το τακτικό µέλος Χαράλαµπος Ανθόπουλος και το αναπληρωµατικό µέλος αυτού Γρηγόριος Τσόλιας. Παρόντες χωρίς δικαίωµα ψήφου ήταν η Θεοδώρα Τουτζιαράκη και Λεωνίδας Ρούσσος, ειδικοί επιστήµονες - ελεγκτές, ως βοηθοί εισηγητές, οι οποίοι αποχώρησαν µετά τη συζήτηση και πριν από τη διάσκεψη και τη λήψη αποφάσεως, και η Ειρήνη Παπαγεωργοπούλου, υπάλληλος του τµήµατος διοικητικών και οικονοµικώνυποθέσεων, ως γραµµατέας.

Η Αρχή έλαβε υπόψη τα παρακάτω:

Με την υπ’ αριθµ. πρωτ. Γ/ΕΙΣ/8034/06-12-2016 προσφυγή του στην Αρχή, όπως αυτή συµπληρώθηκε, ο … καταγγέλλει τη µη ικανοποίηση των δικαιωµάτων πρόσβασης και αντίρρησης, καθώς και παράνοµη επεξεργασία δεδοµένων πιστωτικής του κάρτας από την εταιρεία VodafoneΣυγκεκριµένα, ο προσφεύγων, συνδροµητής της εταιρείας Vodafone, αναφέρει ότι επικοινώνησε τηλεφωνικά µε την Εταιρεία τον Ιούνιο 2016 και εξόφλησε το λογαριασµό του υποδεικνύοντας τα στοιχεία της πιστωτικής του κάρτας. Τον επόµενο µήνα (Αύγουστος 2016) ο προσφεύγων επικοινώνησε εκ νέου για την εξόφληση επόµενου λογαριασµού του, και, προτού υποδείξει τα στοιχεία της πιστωτικής του κάρτας, ενηµερώθηκε ότι η συναλλαγή δεν µπορεί να ολοκληρωθεί χωρίς προηγούµενη έγκριση του Λογιστηρίου της Εταιρείας και, για το λόγο αυτό, η Εταιρεία θα επικοινωνούσε µαζί του αργότερα. Ωστόσο, την ίδια ηµέρα, ο προσφεύγων έλαβε µήνυµα στο κινητό του τηλέφωνο ότι ο συγκεκριµένος λογαριασµός εξοφλήθηκε από την κάρτα που είχε δηλώσει, γεγονός που τον ανάγκασε να ακυρώσει τη συγκεκριµένη κάρτα και να ζητήσει την έκδοση νέας. Στη συνέχεια, µε την από 07-09-2016 εξώδικη δήλωσή του, η οποία εστάλη µέσω δικηγόρου στις 09-07-2016, ο προσφεύγων ζήτησε από τη Vodafone α) να διαγράψει όλα τα στοιχεία πιστωτικών καρτών του που φέρονταν να τηρούνται στα αρχεία της, όπως προέκυψε, καταρχάς, στο πλαίσιο εξέτασης της υπόθεσης του από το Συνήγορο του Καταναλωτή και να τον ενηµερώσει εγγράφως για τη διαγραφή και β) να απαντήσει σε συγκεκριµένα ερωτήµατα που έθεσε σχετικά µε την προηγηθείσα επεξεργασία των σχετικών δεδοµένων του. Επίσης, µε την ίδια δήλωση ο προσφεύγων υπενθύµισε στην εταιρεία το από 08-08-2017 τηλεφωνικό αίτηµά του για χορήγηση των σχετικών καταγεγραµµένων συνοµιλιών του.

Σύµφωνα πάντα µε την ως άνω προσφυγή, η µόνη απάντηση που έλαβε ο προσφεύγων είναι η κοινοποίηση της από 16-09-2016 απαντητικής επιστολής της Vodafone προς το Συνήγορο του Καταναλωτή (µε µοναδικό αριθµόαναφοράς …), στην οποία αναφέρoνται, µεταξύ άλλων, τα ακόλουθα: «[…] το περιστατικό που περιγράφεται στην αναφορά του καταγγέλλοντος αποτελεί µεµονωµένο περιστατικό, το οποίο συνέβη από παρανόηση υπαλλήλου της εταιρείας µας, που εκ παραδροµής προέβη εσφαλµένα στην καταχώρηση των στοιχείων του ανωτέρω καταγγέλλοντος στο σύστηµα που τηρεί νοµίµως η εταιρεία µας για τους συνδροµητές – πελάτες της εταιρείας µας, οι οποίοι έχουν επιλέξει την πληρωµή των λογαριασµών τους µε πάγια εντολή εξόφλησης λογαριασµών µε χρέωση της πιστωτικής, χρεωστικής ή προπληρωµένης κάρτας τους. Ως εκ περισσού τονίζεται ότι ήδη τα στοιχεία της κάρτας του κ. … έχουν διαγραφεί πλήρως από το ανωτέρω σύστηµα. […]». Επιπρόσθετα, ο προσφεύγων επισηµαίνει ότι εξαιτίας της παράνοµης, κατά την άποψή του, επεξεργασίας δεδοµένων πιστωτικής του κάρτας, αναγκάστηκε να ακυρώσει τη συγκεκριµένη κάρτα και να ζητήσει την έκδοση νέας, µε όλη την ταλαιπωρία που η διαδικασία αυτή συνεπάγεται.  

Δευτέρα 11 Σεπτεμβρίου 2017

Ειρ Αθ 4387/17 : Τράπεζες - Στεγαστικά δάνεια - Επιτόκιο - ΕΚΤ. ΓΟΣ - Καταχρηστικότητα. Αδικαιολόγητος πλουτισμός. Σύμβαση στεγαστικού δανείου με όρους περί σταθερού επιτοκίου για τα πρώτα δύο έτη κι έπειτα κυμαινόμενου επιτοκίου, που θα εφάρμοζε η Τράπεζα στα δάνεια της ίδιας κατηγορίας

Ειρ Αθ 4387/17 : Τράπεζες - Στεγαστικά δάνεια - Επιτόκιο - ΕΚΤ.  ΓΟΣ - Καταχρηστικότητα. Αδικαιολόγητος πλουτισμός.  Σύμβαση στεγαστικού δανείου με όρους περί σταθερού επιτοκίου για τα πρώτα δύο έτη κι έπειτα κυμαινόμενου επιτοκίου, που θα εφάρμοζε η Τράπεζα στα δάνεια της ίδιας κατηγορίας - Κρίση ότι οι εν λόγω όροι που δεν αποτέλεσαν αντικείμενο διαπραγμάτευσης με τον ενάγοντα, είναι καταχρηστικοί, καθώς  επιτρέπουν στην προμηθεύτρια Τράπεζα να προσδιορίζει οποτεδήποτε και μάλιστα μονομερώς το συμβατικό επιτόκιο, παραβιάζοντας την αρχή της διαφάνειας που διαπνέει το δίκαιο προστασίας του καταναλωτή. Συνεπεία της ακυρότητας των ανωτέρων όρων, δημιουργείται κενό στην ένδικη σύμβαση ως προς τον τρόπο αναπροσαρμογής του κυμαινόμενου επιτοκίου της - Με συμπληρωματική ερμηνεία κρίθηκε ότι το επιτόκιο θα έπρεπε να αναπροσαρμόζεται στην επίδικη σύμβαση με βάση το επιτόκιο της ΕΚΤ, καθώς αποτελεί το πιο σύνηθες επιτόκιο αναφοράς στις συμβάσεις στεγαστικών δανείων. Με τον τρόπο αυτό λοιπόν, αποδείχθηκε ότι η Τράπεζα υποχρέωνε τον ενάγοντα να καταβάλει υψηλότερες τοκοχρεωλυτικές δόσεις από αυτές που όφειλε, αποκομίζοντας έτσι η ίδια παράνομο περιουσιακό όφελος.Το ποσό λοιπόν, που ο ενάγων κατέβαλε στην εναγόμενη πλέον των οφειλόμενων σε αυτή, εξαιτίας της μη ορθής αναπροσαρμογής του επιτοκίου, υπολογίζεται στα 19.095,97 Ευρώ. Απόρριψη της ένστασης καταχρηστικής άσκησης δικαιώματος. Εν μέρει δεκτή η αγωγή - Υποχρεώνει την εναγόμενη Τράπεζα να καταβάλει στον ενάγοντα το ποσό των 19.095,97 ευρώ, καθώς και το ποσό των 200 ευρώ για ηθική βλάβη.

ΕΙΡΗΝΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΤΑΚΤΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ 4387/2017

Το Ειρηνοδικείο Αθηνών συγκροτήθηκε από την Ειρηνοδίκη, Αικατερίνη Τσάμη, την οποία όρισε η Πρόεδρος του Τριμελούς Συμβουλίου Διοίκησης του Ειρηνοδικείου Αθηνών και τη Γραμματέα Αναστασία Καϊτσα.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια στο ακροατήριο του, στις 26 Μαΐου 2017, για να δικάσει την παρακάτω υπόθεση μεταξύ:
ΤΟΥ ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ: Δ. του … και της …., κατοίκου …. Αττικής, οδός …, ο οποίος παραστάθηκε μετά της πληρεξούσιας του δικηγόρου Αθηνών, ΚN (ΑΜ/ΔΣΑ: ….).
ΤΗΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ: Ανώνυμης τραπεζικής εταιρείας με την επωνυμία «ΤΡΑΠΕΖΑ ….», που εδρεύει στην Αθήνα, οδός ……, νομίμως εκπροσωπούμενης, η οποία παραστάθηκε δια της πληρεξούσιας της δικηγόρου Αθηνών, ΜΜ (ΑΜ/ΔΣΑ: ….).
Ο ενάγων ζήτησε να γίνει δεκτή η από 03-12-2014 αγωγή του κατά της εναγόμενης, η οποία κατατέθηκε στη Γραμματεία αυτού του Δικαστηρίου με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …., προσδιορίστηκε προς συζήτηση αρχικά για τη δικάσιμο της 04ης-02-2016 και κατόπιν αναβολής για τη δικάσιμο που αναφέρεται στην αρχή της παρούσας και εγγράφηκε στο πινάκιο.
Κατά τη συζήτηση της υπόθεσης, οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων, ανέπτυξαν και προφορικά τους ισχυρισμούς τους και ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Ι) Σύμφωνα με το άρθρο 2 παρ. 6 Ν. 2251/1994 περί προστασίας των καταναλωτών, το οποίο ενσωματώνει στο Ελληνικό Δίκαιο τις διατάξεις της Οδηγίας 93/13/ΕΟΚ του Συμβουλίου της 5.4.1993 «σχετικά με τις καταχρηστικές ρήτρες των συμβάσεων που συνάπτονται με καταναλωτές», όπως είχε πριν από την αντικατάσταση του με το άρθρο 10 παρ. 24 στοιχ. β του ν. 2741/1999, οι γενικοί όροι των συναλλαγών, δηλαδή οι όροι που έχουν διατυπωθεί εκ των προτέρων για αόριστο αριθμό μελλόντικών συμβάσεων, απαγορεύονται και είναι άκυροι, αν έχουν ως αποτέλεσμα την υπέρμετρη [ διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή, όπως είναι και ο πελάτης της τράπεζας, στον οποίο αυτή, χωρίς ουσιαστική διαπραγμάτευση, αλλά με βάση προδιατυπωμένους όρους χορηγεί, εκτός των άλλων, καταναλωτικά, ή στεγαστικά δάνεια. Στο άρθρο 3 παρ. 1 της εν λόγω Οδηγίας ορίζεται ότι «ρήτρα σύμβασης που δεν αποτέλεσε αντικείμενο ατομικής διαπραγμάτευσης, θεωρείται καταχρηστική, όταν, παρά την απαίτηση της καλής πίστης, δημιουργείται εις βάρος του καταναλωτή ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και στις υποχρεώσεις των μερών, τα απορρέοντα από τη σύμβαση». Η ρύθμιση της παραγράφου 6 του άρθρου 2 του Ν. 2251/1994 αποτελεί εξειδίκευση της γενικής αρχής του άρθρου 281 ΑΚ (βλ. κάτωθι αναφερόμενα στην υπό στοιχεία NI νομική σκέψη της παρούσας), κατά την οποία απαγορεύεται η καταχρηστική άσκηση του δικαιώματος ή η κατάχρηση ενός θεσμού, όπως είναι η συμβατική ελευθερία. Η ανωτέρω παράγραφος στην αρχική της διατύπωση χρησιμοποιούσε τον όρο «υπέρμετρη διατάραξη» της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων, αποκλίνοντας έτσι φραστικά από τη διατύπωση του άρθρου 3 παρ. 1 της ανωτέρω Οδηγίας, η οποία κάνει λόγο για «σημαντική ανισορροπία ανάμεσα στα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών». Στενή γραμματική ερμηνεία του όρου «υπέρμετρη διατάραξη» θα οδηγούσε σε σημαντικό περιορισμό της δυνατότητας ελέγχου του περιεχομένου των γενικών όρων των συναλλαγών (εφεξής Γ.Ο.Σ.) και συνεπώς σε μειωμένη προστασία του καταναλωτή έναντι εκείνης της Οδηγίας. Η ανάγκη της σύμφωνης με την Οδηγία ερμηνείας του εθνικού δικαίου, επιβάλλει, ο όρος «υπέρμετρη διατάραξη» να εκληφθεί, διασταλτικά ερμηνευόμενος, ότι σημαίνει «ουσιώδης», «σημαντική» διατάραξη. Η ανάγκη εναρμονισμένης προς την Οδηγία ερμηνείας επιβάλλει να δοθεί η ίδια έννοια μέσω τελολογικής συστολής, στον όρο «διατάραξη» και μετά την απάλειψη του όρου «υπέρμετρη», στην οποία προέβη ο νεότερος νομοθέτης με το άρθρο 10 παρ. 24 στοιχ. β του Ν. 2741/1999 και συνεπώς μετά την τροποποίηση αυτή, προϋπόθεση της καταχρηστικότητας κάποιου ΓΟΣ είναι, η δυνάμει αυτού «ουσιώδης» ή «σημαντική» διατάραξη της συμβατικής ισορροπίας {ΟλΑΠ 6/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΔΕΕ 2006/665, Δ/ΝΗ 2006/419 ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2006/90). Σημειώνεται δε ότι η παράγραφος 6 του άρθρου 2 του ως άνω νόμου, έχει ήδη αντικατασταθεί με την παρ. 2 του άρθρου 2 Ν. 3587/2007 και ορίζεται σε αυτή ότι «γενικοί όροι των συναλλαγών που έχουν ως αποτέλεσμα τη σημαντική διατάραξη της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων σε βάρος του καταναλωτή απαγορεύονται και είναι άκυροι», δηλαδή προστέθηκε ο όρος «σημαντική» που δεν υπήρχε στην προϋπάρχουσα μορφή. Ενόψει των ανωτέρω, ο έλεγχος του κύρους του περιεχομένου ΓΟΣ βασικά προσανατολίζεται προς τη διάταξη του πιο πάνω άρθρου 281 ΑΚ. Με τους ΓΟΣ δεν απαγορεύεται η απόκλιση από οποιαδήποτε διάταξη ενδοτικου δικαίου, αλλά μόνο από εκείνες που φέρουν «καθοδηγητικό» χαρακτήρα ή σε περίπτωση άτυπων συναλλακτικών μορφών από τα ουσιώδη, για την επίτευξη του σκοπού και τη διατήρηση της φύσης της σύμβασης, δικαιώματα και υποχρεώσεις των μερών, που απηχούν πράγματι δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη για το συγκεκριμένο είδος συναλλαγής. Καταχρηστικός και συνεπώς άκυρος, είναι κάθε ΓΟΣ, ο οποίος, χωρίς επαρκή και εύλογη αιτία, αποκλίνει από ουσιώδεις και βασικές αξιολογήσεις του ενδοτικου δικαίου, δηλαδή από τις τυπικές και συναλλακτικά δικαιολογημένες προσδοκίες του πελάτη. Η καθοδηγητική λειτουργία του ενδοτικου δικαίου διαταράσσεται όταν, με το περιεχόμενο του ΓΟΣ, αλλάζει η εικόνα που έχει διαμορφωθεί με βάση τους κανόνες του ενδοτικου δικαίου για τη συγκεκριμένη συμβατική μορφή. Επίσης, ελέγχεται για καταχρηστικότητα ρύθμιση ενός ΓΟΣ, με τον οποίο επέρχεται περιορισμός θεμελιωδών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που προκύπτουν από τη φύση της σύμβασης κατά τέτοιο τρόπο ώστε να απειλείται ματαίωση του σκοπού της. Έτσι, κατά τη διαδικασία προς διαπίστωση της καταχρηστικότητας ΓΟΣ ερευνάται πρώτα αν υπάρχει τυπική διατάραξη ως απόκλιση από τη συνηθισμένη ρύθμιση και στη συνέχεια, ερευνάται ο βαθμός έντασης της απόκλισης αυτής, δηλαδή αν η απόκλιση αυτή στη συγκεκριμένη περίπτωση αφορά αξιολογικές εκτιμήσεις καθοδηγητικού χαρακτήρα. Εντέλει, κατά τον έλεγχο του κύρους του περιεχομένου ενός ΓΟΣ, εξετάζεται σε πρώτη φάση αν αντίκειται σε απαγορευτική ρήτρα, που συγκαταλέγεται στην ενδεικτική απαρίθμηση του καταλόγου του άρθρου 2 του Ν, 2251/1994, ο οποίος περιέχει «per se» καταχρηστικές ρήτρες, που θεωρούνται, άνευ ετέρου καταχρηστικές, ήτοι χωρίς να απαιτείται ως προς αυτές η συνδρομή των προϋποθέσεων της γενικής ρήτρας και άρα απαγορευτέες και άκυρες. Σε περίπτωση αρνητικού αποτελέσματος, ελέγχεται κατά πόσο ο συγκεκριμένος ΓΟΣ περιέχει απόκλιση από ουσιώδεις αξιολογήσεις καθοδηγητικού χαρακτήρα του ενδοτικου δικαίου, όπως προεκτεθηκε (ΟλΑΠ 6/2006, ό.π., ΑΠ 1987/2006 ΕΕΜΠΔ 2008/105, ΑΠ 1219/2001 ΔΕΕ 2001.1128, ΕΕΜΠΔ 2001.529, ΕΠΙΣΚΕΜΠΔ 2001.663, ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
II) Περαιτέρω, οι ΓΟΣ πρέπει, σύμφωνα με την αρχή της διαφάνειας, να παρουσιάζουν τα δικαιώματα και τις υποχρεώσεις των μερών, κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή (ΑΠ 652/2010 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ). Ειδικότερα δε, στις καταναλωτικές συμβάσεις ο Ν. 2251/1994 αξιώνει τα κριτήρια με τα οποία καθορίζονται οι όροι αυτών να αναφέρονται στη σύμβαση, δεδομένου ότι ο ανωτέρω νόμος (άρθρο 2 παρ. 7 εδ. ια', όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 10 παρ.24 γ' ν. 2741/1999) δεν ανέχεται την αοριστία του τιμήματος, παρά μόνο αν υπάρχει σπουδαίος λόγος, οπότε πρέπει να αναφέρονται ειδικώς καθορισμένα και εύλογα κριτήρια (ΑΠ 296/2001 ΕλλΔνη 42.1321, АІЯ 1030/2001 ΔΕΕ 11. 1125, ΑΠ 1219/2001 ό.π.). Συγκεκριμένα, σύμφωνα με το ανωτέρω άρθρο και ιδίως το εδάφιο ια αυτού, είναι, σε κάθε περίπτωση, καταχρηστικοί οι ΓΟΣ που χωρίς σπουδαίο λόγο αφήνουν το τίμημα αόριστο και δεν επιτρέπουν τον προσδιορισμό του με κριτήρια ειδικά καθορισμένα στη σύμβαση και εύλογα για τον καταναλωτή. Ο καταχρηστικός χαρακτήρας τέτοιου γενικού όρου ενσωματωμένου σε σύμβαση κρίνεται, αφού ληφθούν υπόψη η φύση των αγαθών ή υπηρεσιών, το σύνολο των ειδικών συνθηκών κατά τη σύναψη και οι υπόλοιπες ρήτρες της σύμβασης ή άλλης σύμβασης από την οποία αυτή εξαρτάται. Στη συνέχεια, αφού διαπιστωθεί ότι ο συγκεκριμένος ΓΟΣ είναι καταχρηστικός, επέρχεται ως έννομη συνέπεια η ακυρότητα του. Η πλήρωση του κενού που θα προκύψει από την εν λόγω ακυρότητα θα γίνει είτε μέσω εφαρμογής κανόνων ενδοτικού δικαίου στις περιπτώσεις που η κατάχρηση συνίσταται σε προσβολή της καθοδηγητικής λειτουργίας του ενδοτικού δικαίου- είτε μέσω συμπληρωματικής ερμηνείας από τον εφαρμοστή του δικαίου, στις περιπτώσεις που η καταχρηστικότητα έγκειται στον περιορισμό θεμελιωδών δικαιωμάτων και υποχρεώσεων που οδηγούν σε διακινδύνευση του τυπικού σκοπού της σύμβασης. Στην περίπτωση αυτή, η εφαρμογή του άρθρου 371 ΑΚ και του εξ αυτού απορρέοντος κριτηρίου της δίκαιης κρίσης, ως μέσου συμπλήρωσης του ανωτέρω κενού, δεν μπορεί να τύχει εφαρμογής, καθώς δεν αποτελεί κατάλληλο μέσο για την προστασία του αντισυμβαλλόμενου֊ καταναλωτή, δεδομένου ότι η ρύθμιση της διάταξης αυτής εφαρμόζεται κυρίως στις ατομικές συμβάσεις και δεν μπορεί να διασφαλίσει τα συμφέροντα του καταναλωτή σε συμβάσεις όπου οι όροι μεταξύ των συμβαλλομένων μερών δεν καθίστανται αντικείμενο διαπραγμάτευσης, όπως εν προκειμένω με τους ΓΟΣ (ΑΠ 1030/2001 ό.π., ΕφΑΘ 5101/1011 ΝοΒ 2011. 2141). Έτσι, η απόφαση του Δικαστηρίου που προβαίνει σε συμπληρωματική ερμηνεία άκυρου ΓΟΣ, κατά τα ανωτέρω, δεν είναι διαπλαστική, διότι δεν προβαίνει σε προσδιορισμό της παροχής κατά την ΑΚ 371 εδ. β, παρά μόνο για συμπλήρωση κενού, το οποίο δημιούργησε ο άκυρος όρος, ώστε να ανταποκρίνεται στις αρχές της καλής πίστης και των συναλλακτικών ηθών, χωρίς ωστόσο να τροποποιεί τη σύμβαση.

Κυριακή 3 Σεπτεμβρίου 2017

ΣτΕ 447/2017 : Aίτηση ακύρωσης της Ομάδας Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών κατά των πράξεων που ιδρύουν τις Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών και ορίζουν τον Κανονισμό Λειτουργίας τους"

Αριθμός 477/2017

ΤΟ ΣΥΜΒΟΥΛΙΟ ΤΗΣ ΕΠΙΚΡΑΤΕΙΑΣ
ΤΜΗΜΑ Δ΄
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριό του στις 29 Νοεμβρίου 2016, με την εξής σύνθεση: Δημοσθένης Π. Πετρούλιας, Αντιπρόεδρος, Πρόεδρος του Δ΄ Τμήματος, Δ. Κυριλλόπουλος, Κ. Πισπιρίγκος, Ηλ. Μάζος, Ο. Παπαδοπούλου, Σύμβουλοι, Ε. Σκούρα, Δ. Μαυροπόδη, Πάρεδροι. Γραμματέας η Ι. Παπαχαραλάμπους.
Για να δικάσει την από 16ης Αυγούστου 2016 αίτηση:
του σωματείου με την επωνυμία «Ομάδα Δικηγόρων για τα Δικαιώματα Προσφύγων και Μεταναστών», που εδρεύει στην Αθήνα (Ρεθύμνης 11), το οποίο παρέστη με τον δικηγόρο ΒΠ (Α.Μ. .........), που τον διόρισε με πληρεξούσιο, 

κατά των Υπουργών: 1) Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης και ήδη Μεταναστευτικής Πολιτικής, 2) Οικονομικών, οι οποίοι παρέστησαν με τον Παντελή Παπαδάκη, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους και 3) Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, ο οποίος παρέστη με την ΑΑ, Πάρεδρο του Νομικού Συμβουλίου του Κράτους.

Με την αίτηση αυτή το αιτούν Σωματείο επιδιώκει να ακυρωθούν: α) η υπ' αριθμ. 9883/2016 Κοινή Υπουργική Απόφαση των Υπουργών Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, Οικονομικών και Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης (ΦΕΚ Β΄ 1862/24.6.2016), β) η υπ' αριθμ. 3005/2016 Κοινή Υπουργική Απόφαση των ίδιων ως άνω Υπουργών (ΦΕΚ 392/20.7.2016, τ. Υ.Ο.Δ.Δ.), γ) η υπ' αριθμ. 3004/2016 απόφαση του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης (ΦΕΚ Β΄ 2206/15.7.2016) και δ) η από της δημοσιεύσεως του νόμου 4375/2016 (3.4.2016) παράλειψη του Υπουργού Εσωτερικών και των συναρμόδιων Υπουργών να εκδώσουν Κοινή Υπουργική Απόφαση ρυθμίζουσα τη διαδικασία της υποχρεωτικής κατ' άρθρο 44 παρ. 3 ν. 4374/2016 δωρεάν νομικής συνδρομής των αιτούντων διεθνή προστασία υπηκόων τρίτων χωρών ενώπιον της Αρχής Προσφυγών.

Η εκδίκαση άρχισε με την ανάγνωση της εκθέσεως της εισηγήτριας, Παρέδρου Ε. Σκούρα.

Κατόπιν το δικαστήριο άκουσε τον πληρεξούσιο του αιτούντος Σωματείου, ο οποίος ανέπτυξε και προφορικά τους προβαλλόμενους λόγους ακυρώσεως και ζήτησε να γίνει δεκτή η αίτηση και τους αντιπροσώπους των Υπουργών, οι οποίοι ζήτησαν την απόρριψή της. 

Μετά τη δημόσια συνεδρίαση το δικαστήριο συνήλθε σε διάσκεψη σε αίθουσα του δικαστηρίου κ α ι

Α φ ο ύ    μ ε λ έ τ η σ ε   τ α    σ χ ε τ ι κ ά     έ γ γ ρ α φ α

Σ κ έ φ θ η κ ε     κ α τ ά   τ ο ν   Ν ό μ ο

1. Επειδή, για την άσκηση της κρινόμενης αιτήσεως έχει καταβληθεί το νόμιμο παράβολο (Θ’ 1018263/19.8.2016 διπλότυπο είσπραξης τύπου Α΄ της Δ.Ο.Υ. Δ΄ Αθηνών). 

2. Επειδή, με την αίτηση αυτή ζητείται η ακύρωση: α. της με αριθμ. 9883/24.6.2016 κοινής αποφάσεως (KYA) των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών (Β΄ 1862/24.6.2016), με την οποία ορίσθηκε ο αριθμός των Ανεξάρτητων Επιτροπών Προσφυγών του άρθρου 4 του ν. 4375/2016 σε πέντε, καθώς και ο αριθμός των αναπληρωτών των μελών τους, όπως η παράγραφος 1 αυτής, σχετικά με τον αριθμό των επιτροπών, αντικαταστάθηκε με την 6373/25.10.2016 ΚΥΑ των ιδίων Υπουργών (Β΄ 3504/31.10.2016) και ορίσθηκε ο αριθμός των επιτροπών σε δώδεκα, β. της με αριθμ. 3006/18.7.2016 κοινής απόφασης των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών (ΦΕΚ 392/ 20.7.2016, τ. Υ.Ο.Δ.Δ., διόρθωση σφαλμάτων ΦΕΚ 429/5.8.2016, τ. Υ.Ο.Δ.Δ.), με την οποία αφενός συγκροτήθηκαν στο Υπουργείο Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης πέντε τριμελείς Ανεξάρτητες Επιτροπές Προσφυγών, αφετέρου δε καθορίσθηκε η σύνθεση της καθεμιάς με δύο δικαστικούς λειτουργούς και ένα μέλος υποδειχθέν από την Ύπατη Αρμοστεία του ΟΗΕ για τους πρόσφυγες, γ. της με αριθμ. 3004/15.7.2016 αποφάσεως του Αναπληρωτή Υπουργού Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης με τίτλο «Κανονισμός Λειτουργίας της Αρχής Προσφυγών» (Β΄ 2206/15.7.2016) και δ. της από της δημοσιεύσεως του νόμου 4375/2016 (3.4.2016) συντελεσθείσης, κατά τα προβαλλόμενα, παραλείψεως του Υπουργού Εσωτερικών και των συναρμόδιων Υπουργών να εκδώσουν κοινή υπουργική απόφαση ρυθμίζουσα τη διαδικασία της υποχρεωτικής κατ’ άρθρο 44 παρ. 3 του ν. 4375/2016 δωρεάν νομικής συνδρομής των αιτούντων διεθνή προστασία υπηκόων τρίτων χωρών ενώπιον της Αρχής Προσφυγών, σύμφωνα με την εξουσιοδοτική διάταξη του άρθρου 7 παρ. 8 του ως άνω νόμου.

3. Επειδή, η υπόθεση εισάγεται στην επταμελή σύνθεση του Τμήματος, με την από 20.9.2016 πράξη του Προέδρου του Δ΄ Τμήματος, λόγω σπουδαιότητας.

4. Επειδή, με έννομο συμφέρον ασκεί την κρινόμενη αίτηση το αιτούν, σωματείο του Αστικού Κώδικα με σκοπό την «παροχή βοήθειας σε πρόσφυγες και μετανάστες» (άρθρο 2 του καταστατικού του σωματείου – πρβλ. ΣΕ 212/2013 επτ.).

5. Επειδή, μετά την έκδοση της με αριθ. 12205/16.8.2016 κοινής αποφάσεως των Υπουργών Εσωτερικών και Διοικητικής Ανασυγκρότησης, Δικαιοσύνης, Διαφάνειας και Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων και Οικονομικών (ΚΥΑ - Β΄ 2864/9.9.2016) περί παροχής νομικής συνδρομής σε αιτούντες διεθνή προστασία, με την οποία ρυθμίσθηκε το ζήτημα παροχής δωρεάν νομικής συνδρομής στις διοικητικές διαδικασίες σε δεύτερο βαθμό, δεν υφίσταται πλέον η προσβαλλόμενη παράλειψη (βλ. ανωτέρω, σκέψη 2 υπό δ), ούτε συντρέχει περίπτωση εφαρμογής του άρθρου 32 παρ. 3 του π.δ. 18/1989. Και αν ήθελε θεωρηθεί ότι, όπως προβάλλεται με το από 19.10.2016 «σημείωμα συνέχισης της δίκης κατά το άρθ. 32 παρ. 3 του π.δ. 18/1989», η ανωτέρω κανονιστική ρύθμιση δεν είναι πλήρης, δοθέντος ότι καταλείπονται περιπτώσεις που δεν καταλαμβάνονται από αυτήν (όπως όσες αιτήσεις ασκήθηκαν πριν την έναρξη ισχύος του ν. 4375/2016 και όσες ήδη εξετάσθηκαν άνευ νομικής συνδρομής, μέχρι τη δημοσίευση της ως άνω ΚΥΑ) και ότι, συνεπώς, εξακολουθεί να υφίσταται εν μέρει παράλειψη συμμόρφωσης προς την οδηγία 2013/32/ΕΕ, κατά το μέρος που αφορά τη δωρεάν νομική συνδρομή και εκπροσώπηση, πάντως και η παράλειψη αυτή δεν προσβάλλεται παραδεκτώς, εφόσον δεν προβάλλονται κατ’ αυτής ειδικές και συγκεκριμένες αιτιάσεις με το δικόγραφο της αιτήσεως ακυρώσεως ή με δικόγραφο προσθέτων λόγων, αλλά με το ανωτέρω σημείωμα, το οποίο επέχει θέση υπομνήματος και όχι κυρίου δικογράφου. 

6. Επειδή, η πρώτη και η τρίτη προσβαλλόμενες πράξεις έχουν κανονιστικό χαρακτήρα και ως εκ τούτου η προκαλούμενη με την υπό κρίση αίτηση διαφορά υπάγεται, ως προς αυτές, στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας. Η δεύτερη προσβαλλόμενη πράξη έχει εν μέρει κανονιστικό και εν μέρει ατομικό χαρακτήρα (κατά το μέρος που με αυτήν καθορίζονται τα συγκεκριμένα πρόσωπα που συγκροτούν τις επιτροπές), η προκαλούμενη όμως διαφορά υπάγεται στο σύνολό της στην αρμοδιότητα του Συμβουλίου της Επικρατείας, διότι με το άρθρο 15 παρ. 3 περ. α του ν. 3068/2002 (Α΄ 274), όπως αντικαταστάθηκε με το άρθρο 49 του ν. 3900/2010 (Α΄ 213), υπήχθησαν στα διοικητικά εφετεία μόνο οι σχετικές με το καθεστώς παροχής διεθνούς προστασίας ατομικές πράξεις.