Κυριακή 1 Νοεμβρίου 2015

"Η αιτιολογία της δικαστικής απόφασης σε σχέση με την καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης" [Δημητρίου Ζιγκόλη, Αντεισαγγελέα Πρωτοδικών Ροδόπης]

Ι.    Εισαγωγικά
   Σύμφωνα με το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος, κάθε δικαστική απόφαση πρέπει να περιέχει πλήρη και εμπεριστατωμένη αιτιολογία και να απαγγέλλεται σε δημόσια συνεδρίαση. Ο συντακτικός νομοθέτης, θέλησε προφανώς να λάβει πρόνοια ώστε η δικαστική απόφαση να μην είναι αποτέλεσμα δικαστικής αυθαιρεσίας, αλλά προϊόν συλλογισμού του δικαστή σε σχέση με τα στοιχεία της δικογραφίας και τις διατάξεις του νόμου.
   Πέρα όμως από αυτά, είναι πλέον κοινός τόπος ότι οι περισσότερες δικαστικές αποφάσεις, ιδιαίτερα των πολιτικών δικαστηρίων, αναλίσκονται σε απέραντους συλλογισμούς με αποτέλεσμα να δίνεται η εικόνα σε έναν τρίτο παρατηρητή, ότι ο δικαστής δεν αιτιολογεί την απόφασή του, αλλά «απολογείται» τρόπον τινά στον ηττημένο διάδικο για την απόφαση που εξέδωσε.
   Δεν πρέπει να λησμονείται το γεγονός ότι, η πλήρης και εμπεριστατωμένη αιτιολογία (όπως απαιτεί το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος), αποτελεί και έναν από τους λόγους της καθυστέρησης στην απονομή της δικαιοσύνης. Στον αντίποδα του άρθρου 93 παρ. 2 βρίσκεται το άρθρο 20 παρ. 1 του Συντάγματος το οποίο καθιερώνει το δικαίωμα δικαστικής προστασίας, στο περιλαμβάνεται και το δικαίωμα του προσφεύγοντα στη δικαιοσύνη, όπως η υπόθεσή του δικασθεί εντός ευλόγου χρονικού διαστήματος, ούτως ώστε να μην καταντήσει η δικαστική απόφαση κενό γράμμα. Δεν πρέπει να μας διαλάθει της προσοχής, ότι η Χώρα μας έχει καταδικασθεί επανειλημμένα από το ΕΔΑΔ για καθυστερήσεις στην απονομή της δικαιοσύνης. 
 
ΙΙ. Μεθοδολογία της αιτιολογίας της δικαστικής απόφασης
1)      Η μέθοδος της υπαγωγής
Κατά την μέθοδο αυτή, ο δικανικός συλλογισμός αποτελεί αποτέλεσμα της υπαγωγής συγκεκριμένων πραγματικών περιστατικών σε μια διάταξη νόμου. Στην περίπτωση αυτή ο δικαστής, αφού βρει την μείζονα πρόταση, στη συνέχεια καθορίζει την ελάσσονα πρόταση, που είναι τα πραγματικά περιστατικά που έχουν αποδειχθεί στη συνέχεια ασχολείται με τις ενστάσεις και αφού τις δεχθεί ή τις απορρίψει, καθορίζει το διατακτικό της αποφάσεως.
  Έτσι αν λ.χ. ο εναγόμενος Α σπάσει με πέτρα το παρμπρίζ του αυτοκινήτου του Β και ο Β ζητήσει αποζημίωση, η υπαγωγή έχει ως εξής:
Άρθρο 914 ΑΚ: «Όποιος ζημίωσε άλλον παράνομα και υπαίτια οφείλει να τον αποζημιώσει» (ΜΕΙΖΩΝ ΠΡΟΤΑΣΗ)
Στην συγκεκριμένη περίπτωση ο Α ρίχνοντας την πέτρα στο τζάμι του Β, ζημίωσε αυτόν παράνομα και υπαίτια. Συνεπώς πρέπει να τον αποζημιώσει. (ΕΛΑΣΣΩΝ ΠΡΟΤΑΣΗ).
Σε μία δικαστική απόφαση, ο δικανικός συλλογισμός στο παραπάνω παράδειγμα θα είχε ως εξής:
  «….ο ενάγων με την υπό κρίση αγωγή, εκθέτει ότι ο εναγόμενος Α, στην…. την….. έριξε μια πέτρα στον ανεμοθώρακα του υπ’ αριθμ. …. ΙΧΕ αυτοκινήτου ιδιοκτησίας του ενάγοντα Β, προκαλώντας σε αυτό ζημία ύψους ΧΧ ευρώ. Με βάση τα παραπάνω περιστατικά η αγωγή είναι νόμιμη και στηρίζεται στις διατάξεις των άρθρων……  Στην προκειμένη περίπτωση από την διαδικασία στο ακροατήριο και από την κατάθεση του μάρτυρα απόδειξης Μ αποδείχθηκε ότι ο Α εκσφενδόνισε μία πέτρα στο υπ’ αριθμ. .. ΙΧ αυτοκίνητο του ενάγοντα Β με αποτέλεσμα την θραύση του ανεμοθώρακα. Από τα από …. παραστατικά του μηχανικού αυτοκινήτων Χ, προκύπτει ότι για την αντικατάσταση του ανεμοθώρακα απαιτήθηκε το ποσό των ΧΧ ευρώ. Συνεπώς θα πρέπει να γίνει δεκτή η αγωγή και να καταδικασθεί ο εναγόμενος κλπ. κλπ.».
Βλέπουμε λοιπόν ότι με την μέθοδο της υπαγωγής (γερμανιστί Subsumtion), ο εκάστοτε εφαρμοστής του δικαίου αναζητά τις πιθανές εφαρμοστέες διατάξεις, και επιχειρεί να υπαγάγει σε αυτές τα πραγματικά περιστατικά ώστε να βγάλει το απαιτούμενο συμπέρασμα. Η μέθοδος αυτή ονομάζεται γερμανιστί Gutachtenstil (ύφος της γνωμοδότησης). Με την μέθοδο αυτή, οι φοιτητές των γερμανικών πανεπιστημίων λύνουν τα πρακτικά θέματα που τίθενται στις εξετάσεις (το γνωρίζει ο γράφων από προσωπική εμπειρία). Έτσι η μέθοδος της υπαγωγής έχει τα εξής στάδια:
1.     species facti,  πραγματικά περιστατικά
2.     Υπαγωγή αυτών σύμφωνα με το διάγραμμα:
1.    quae sit actio?,  2. an sit fundata? 3. an sit probata?  4. an sit exceptione elisa? .

  Ιστορικά θα πρέπει να ειπωθεί, ότι με την μέθοδο αυτή γράφονταν οι αποφάσεις του Αυτοκρατορικού Συνοδικού Δικαστηρίου (Reichskammergericht) και του Αυτοκρατορικού Αυλικού Συμβουλίου (Reichshofrat) στην εποχή της Αγίας Ρωμαϊκής Αυτοκρατορίας. Όμως σιγά- σιγά ξεπεράστηκε και διατηρήθηκε μόνο για τις ανάγκες της νομικής εκπαίδευσης. Από το έτος 1877 και με την εισαγωγή των μεγάλων κωδικοποιήσεων στη Γερμανία (Ποινικός Κώδικας, Ποινική Δικονομία, Πολιτική Δικονομία και ο Οργανισμός Δικαστηρίων), οι δικαστικές αποφάσεις γράφονται με το λεγόμενο ύφος (μέθοδο) της κρίσης (Urteilstill).

2)      Το ύφος της κρίσης (Urteilstil)

 Σύμφωνα με την μέθοδο αυτή, πρώτα ο δικαστής εξάγει το συμπέρασμά του και μετά αιτιολογεί την κρίση του σε συνδυασμό με τα πραγματικά περιστατικά και τις διατάξεις του νόμου. Έτσι λοιπόν στο παραπάνω παράδειγμα (με το παρμπρίζ), η αιτιολογία του Γερμανικού Δικαστηρίου θα είχε ως εξής:
Ο Α οφείλει να αποζημιώσει τον Β διότι του έσπασε το τζάμι του αυτοκινήτου του και έτσι τον ζημίωσε παράνομα και υπαίτια. Συνεπώς πληρούται η διάταξη του άρθρου 914 ΑΚ.  
   Δηλαδή τα γερμανικά δικαστήρια ακολουθούν την μέθοδο «απορρίπτεται η αγωγή διότι…», ή «η αγωγή γίνεται δεκτή διότι…»
Έτσι η απόφαση π.χ. του Πρωτοδικείου Χαϊδελβέργης θα είχε ως εξής:
ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΧΑΪΔΕΛΒΕΡΓΗΣ
Δικαστής Χ  γραμματέας Ψ
δημόσια συνεδρίαση στις…..
Στο όνομα του Λαού!
             Απόφαση
Στην αστική διαφορά μεταξύ
Του Α –ενάγοντα- που εκπροσωπήθηκε με τον δικηγόρο Χ
Και του Β –εναγομένου-  που εκπροσωπήθηκε από τον Δικηγόρο Υ
Το δικαστήριο έκρινε ως δίκαιο:
να κάνει δεκτή την αγωγή και να καταδικάζει τον εναγόμενο να καταβάλλει στον ενάγοντα το ποσό των ΧΧ ευρώ καθώς και στα δικαστικά έξοδα.

Για τους εξής λόγους:
1.        Πραγματικά περιστατικά
Στην…. στις ο Α πέταξε μια πέτρα στο παρμπρίζ του αυτοκινήτου του Β και του προκάλεσε ζημιές ύψους….
2.        Αιτιολογία.
Κατά το άρθρο 914 ΑΚ (άρθρο 823 παρ. 1 γερμΑΚ), όποιος ζημίωσε άλλον οφείλει να τον αποζημιώσει.

Παραθέτουμε παρακάτω τις παραγράφους 313, 313Α και 313Β της γερμανικής πολιτικής δικονομίας (γερμΠολΔ, ΖΡΟ) που αφορούν στην αιτιολογία των αποφάσεων των πολιτικών δικαστηρίων:
§ 313

1)      Η δικαστική απόφαση αναφέρει:
1)      Τα διάδικα μέρη, τους πληρεξούσιους τους καθώς και τους πληρεξούσιους δικηγόρους,
2)      Το Δικαστήριο και τα ονόματα των δικαστών οι οποίοι συνέπραξαν στην απόφαση
3)      Την ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα η συνεδρίαση
4)      Το διατακτικό,
5)      Τα πραγματικά περιστατικά,
6)      Την αιτιολογία.
 
 
2)      Στα πραγματικά περιστατικά αναφέρονται συνοπτικά, τα μέσα επίθεσης και άμυνας, καθώς και τα αιτήματα που τέθηκαν. Ενόψει των λεπτομερειών των γεγονότων και της διαφοράς, μπορεί να γίνεται παραπομπή σε έγγραφα, πρακτικά και άλλα έγγραφα.

3)      Η αιτιολογία περιέχει σύντομη περίληψη των σκέψεων στις οποίες βασίζεται η απόφαση και από πραγματικής και από νομικής απόψεως.

 § 313 A Πότε παραλείπονται τα πραγματικά περιστατικά και οι λόγοι της απόφασης

1.       Δεν απαιτείται η παράθεση των πραγματικών περιστατικών, όταν κατά της απόφασης δεν επιτρέπεται προφανώς κανένα ένδικο μέσο. Στην περίπτωση αυτή, δεν απαιτείται η παράθεση της αιτιολογίας, εφόσον οι διάδικοι έχουν παραιτηθεί ρητά από αυτήν, ή όταν σημαντικό μέρος αυτής έχει καταγραφεί στα πρακτικά.
2.       Εάν η απόφαση δημοσιευθεί την ίδια ημέρα κατά την οποία έλαβε χώρα η αποδεικτική διαδικασία, τότε δεν απαιτείται η παράθεση των πραγματικών περιστατικών και της αιτιολογίας, εφόσον οι διάδικοι έχουν παραιτηθεί από τα ένδικα μέσα. Εάν η απόφαση μπορεί να προσβληθεί μόνο από έναν διάδικο, τότε αρκεί η παραίτηση μόνο από αυτόν.
3.       Η παραίτηση κατά εδάφια 1 και 2 πρέπει να συντελεστεί πριν από την δημοσίευση της απόφασης και το αργότερο εντός μίας εβδομάδας από την συνεδρίαση.
4.       Τα εδάφια 1 έως 3 δεν εφαρμόζονται, εάν η απόφαση αφορά μελλοντικές εκατέρωθεν καταβολές, ή εάν προσδοκάται ότι η απόφαση θα εκτελεσθεί στο εξωτερικό.
5.       Εάν η απόφαση δεν περιέχει πραγματικά περιστατικά και αιτιολογία, και πρέπει να εκτελεσθεί στην αλλοδαπή, τότε εφαρμόζονται αναλόγως οι διατάξεις που αφορούν την συμπλήρωση αποφάσεων που αφορούν ερήμην, η ομολογημένες αγωγές.

§ 313 B

1.       Σε περίπτωση απόφασης που εκδίδεται μετά από ερήμην, ή ομολογημένη αγωγή,  δεν απαιτείται η παράθεση πραγματικών περιστατικών ή αιτιολογίας. Η απόφαση πρέπει να χαρακτηρισθεί ως ερήμην, ή ως κατόπιν ομολογίας.
2.       Η απόφαση μπορεί να καταχωρηθεί σε περιληπτική μορφή σύμφωνα με το εδάφιο 1 επί του πρωτοτύπου ή του αντιγράφου του δικογράφου της αγωγής, σε φύλλο επί αυτού. Η απόφαση δεν αναφέρει ονόματα δικαστών. Οι διάδικοι αναφέρονται, μόνον εφόσον υπάρχει απόκλιση από τα αναφερόμενα στο δικόγραφο της αγωγής. Εάν η απόφαση εκδίδεται κατόπιν αιτήματος του ενάγοντα, τότε το διατακτικό μπορεί να είναι όμοιο με το αίτημα της αγωγής. Όταν η απόφαση τίθεται ως φύλλο επί της αγωγής, τότε η γραμματεία, ενώνει αυτά με κορδόνι και την σφραγίδα του Δικαστηρίου.

3)      Σύγκριση
  Συγκρίνοντας τις δύο μεθόδους δικανικού συλλογισμού, βλέπουμε ότι ο Έλληνας δικαστής είναι κάπως φλύαρος σε σχέση με τους Γερμανούς συναδέλφους του, οι οποίοι είναι λακωνικότεροι. Έτσι στη Γερμανία, η δικαστική απόφαση δεν περιέχει απεραντολογίες, χωρίς να μπορεί να ειπωθεί ότι η απόφαση δεν είναι αιτιολογημένη. Αυτό συμβάλει και στην ταχεία απονομή της δικαιοσύνης. Για να δώσω στατιστικά παραδείγματα:
Στο πρωτοδικείο Βερολίνου, υπηρετούν 350 δικαστές και 330 εισαγγελείς. Το Βερολίνο έχει περίπου 3,4 εκατ. κατοίκους. Σε αστικές υποθέσεις υπάρχουν 16 μονομελείς συνθέσεις και 27 πολυμελείς. Με την κατάθεση της αγωγής, η συζήτηση προσδιορίζεται εντός 8-10 μηνών. Η απόφαση εκδίδεται περίπου σε 40 ημέρες με δύο μήνες. Βέβαια, το πλέον επιβαρυμένο Πρωτοδικείο της Γερμανίας είναι αυτό της Κολωνίας με 180 δικαστές, λόγω του ότι η πόλη συνορεύει με την βιομηχανική Περιοχή του Ρουρ και απευθύνεται (δυνητικά) σε 15 εκατομμύρια κατοίκους. Και εκεί όμως ο προσδιορισμός δεν ξεπερνά τους 12 μήνες. Η απόφαση εκδίδεται δύο περίπου μήνες μετά τη συζήτηση.
   Στο ελληνικό αστικό δικονομικό σύστημα πέραν της τακτικής διαδικασίας, υπάρχει και ένα πλήθος ειδικών διαδικασιών, μεταξύ αυτών και τα ασφαλιστικά μέτρα. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι η γερμανική πολιτική δικονομία δεν γνωρίζει τον θεσμό των ασφαλιστικών μέτρων αλλά μόνο τον θεσμό της προσωρινής διαταγής ως τη συζήτηση της αγωγής (παράγραφοι 929, 930 της γερμΠολΔ). Επίσης στην αναγκαστική εκτέλεση, δεν υπάρχει το πλήθος των ανακοπών που προβλέπει ο ΚΠολΔ και καθιστούν την αναγκαστική εκτέλεση ουσιαστικά κενό γράμμα.
   Επίσης: Στην Γερμανία δεν υπάρχει ούτε «δικάσιμος», ούτε «πινάκιο». Ο δικαστής που χρεώνεται μία αστική υπόθεση, ή ο πρόεδρος πολυμελούς σύνθεσης καθορίζει την ημέρα της συζήτησης, στην ουσία καθορίζει «ραντεβού» με τους διαδίκους. Μπορούν βέβαια σε μία ημέρα να συζητηθούν περισσότερες υποθέσεις.
   Εν κατακλείδι: το άρθρο 93 παρ. 2 του Συντάγματος, εκτός από την ειδική και εμπεριστατωμένη αιτιολογία, απαιτεί και την απαγγελία των αποφάσεων σε δημόσια συνεδρίαση. Ο γράφων έως τώρα δεν γνωρίζει κανένα ελληνικό πολιτικό δικαστήριο, τουλάχιστον του πρώτου βαθμού, το οποίο να έχει απαγγείλει την απόφασή του σε δημόσια συνεδρίαση. Και αυτό το απαιτεί ρητά η διάταξη του άρθρου 93 παρ. 2 του Συντάγματος, πλην όμως δεν εφαρμόζεται τουλάχιστον στην πράξη. Συνεπώς, είναι αναγκαίο ο νομοθέτης να αναλάβει τις σχετικές πρωτοβουλίες και τα δικαστήρια να μεταβάλλουν την νομολογία τους περί αιτιολογίας. Θα πρέπει να μεταβληθεί και η δικαστηριακή πρακτική. Ο Κώδικας Πολιτικής Δικονομίας ήταν ένα καλό νομοθέτημα για την εποχή του, πλην όμως δεν επαρκεί πλέον στις σύγχρονες ανάγκες. Θα πρέπει να αντικατασταθεί λοιπόν με ένα πιο ευέλικτο νομοθέτημα. Δεν θα πρέπει να λησμονηθεί, ότι σύμφωνα με πρόχειρους υπολογισμούς, η καθυστέρηση στην απονομή της δικαιοσύνης, έχει μία επιβάρυνση για το δημόσιο περίπου 7 δις ευρώ.   

Κομοτηνή, 18-2-2014

Δημήτριος Ζιγκόλης
Αντεισαγγελέας Πρωτοδικών Ροδόπης

Σημ.: σε συνημμένο αρχείο υπάρχουν
1)       αντίγραφο απόφασης του Πρωτοδικείου Χαϊδελβέργης (αφορά απορριπτική απόφαση σε αίτηση έκδοσης προσωρινής διαταγής σε διαφορά εταιρίας παροχής ηλεκτρικής ενέργειας με εταιρία προώθησης τέτοιων υπηρεσιών. (8 σελίδες) (link)
2)      Απόφαση του Πρωτοδικείου Χαϊδελβέργης που αφορά έφεση κατά απόφασης ειρηνοδικείου. Αφορά μισθωτική διαφορά λόγω (κρυμμένων) ελαττωμάτων του μισθίου (13 σελίδες) (link)
3)      Απόφαση του Πρωτοδικείου Χαϊδελβέργης, τακτική διαδικασία, διαφορά με αφορμή σύμβαση στεγαστικού δανείου από τράπεζα και τους γενικούς όρους συναλλαγών (13 σελίδες). (link)

Και στις 3 περιπτώσεις η αντιδικία ήταν σφοδρή. 
 
[πηγή : dikastis.gr  ]

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου