Πέμπτη 14 Δεκεμβρίου 2017

ΜΕφΝαυπλίου 333/17 : Αλληλόχρεος λογαριασμός - ΓΟΣ - Ακυρότητα. Διαταγή πληρωμής - Ανακοπή - Έφεση. Διαταγή πληρωμής απο οφειλόμενο οριστικό κατάλοιπο ανοιχτού αλληλόχρεου λογαριασμού - Ανακοπή.

ΜΕφΝαυπλίου 333/17 Αλληλόχρεος λογαριασμός - ΓΟΣ - Ακυρότητα. Διαταγή πληρωμής - Ανακοπή - Έφεση.  Διαταγή πληρωμής απο οφειλόμενο οριστικό κατάλοιπο ανοιχτού αλληλόχρεου λογαριασμού - Ανακοπή.  Έφεση της εκκαλούσας Τράπεζας κατά της υπ' αρ. 80/14 αποφάσεως του ΜΠρΣπάρτης, με την οποία ακυρώθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής. Κρίθηκε ότι ο Γ.Ο.Σ. που προβλέπει, ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360  ημερών αντί 365  ημερών,  έχει ως  αποτέλεσμα τη  σημαντική διατάραξη  της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων εις βάρος του καταναλωτή δανειολήπτη και εγγυητή και, ως εκ τούτου, είναι παράνομος και άκυρος κατ’ άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α' Ν. 2251/1994, ενώ προσκρούει και στην αρχή της διαφάνειας. Συνάγεται λοιπόν, ότι η  διαμόρφωση της οφειλής των εφεσίβλητων από την επίμαχη σύμβαση είναι, κατά ένα τουλάχιστον μέρος, αποτέλεσμα εφαρμογής παράνομης τακτικής. Επιπλέον, το ακριβές ύψος αυτής της παράνομης χρέωσης, στην προκείμενη περίπτωση, δεν μπορεί να προσδιοριστεί από τους τηρούμενους λογαριασμούς και εγγραφές από την εκκαλούσα στα αποσπάσματα των λογαριασμών αυτών, με βάση τα οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής, διότι δεν προκύπτει από αυτά, ούτε το επιτόκιο υπολογισμού των συμβατικών τόκων, ούτε των τόκων υπερημερίας, με αποτέλεσμα η απαίτηση να καθίσταται ανεκκαθάριστη, κατά τη διάταξη του άρθρου 624 παρ. 1 ΚΠολΔ. Απορρίπτει την έφεση ως κατ' ουσίαν αβάσιμη.


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΕΦΕΤΕΙΟ ΝΑΥΠΛΙΟΥ
ΑΡΙΘΜΟΣ 333/2017

Αποτελούμενο από το Δικαστή Νικηφόρο Πρίντζη, Εφέτη και από τη Γραμματέα Ειρήνη Κορδώνη.
Συνεδρίασε δημόσια στο ακροατήριο του στο Ναύπλιο στις 15 Φεβρουαρίου 2017, για να δικάσει την επόμενη υπόθεση μεταξύ:
Της εκκαλούσας: Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας με την επωνυμία «...........ΤΡΑΠΕΖΑ ΑΝΩΝΥΜΟΣ ΕΤΑΙΡΕΙΑ» και το διακριτικό τίτλο «...................», που εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, η οποία παραστάθηκε διά της πληρεξούσιας δικηγόρου της ΕΑ
Των εφεσίβλητων: 1) ……..και 3) …….. το γένος ………, κατοίκου ομοίως, οι οποίοι παραστάθηκαν διά του πληρεξουσίου δικηγόρου τους ΠΦ.
Οι εφεσίβλητοι με την από 13.6.2013 και υπ’ αρ. εκθ. καταθ. ανακ. …. ανακοπή τους προς το Μονομελές Πρωτοδικείο Σπάρτης ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται σε αυτήν.
Το ανωτέρω Δικαστήριο εξέδωσε την 80/2014 οριστική απόφαση του με την οποία δέχθηκε εν όλω την ανακοπή.
Την απόφαση αυτή προσέβαλε προς το Δικαστήριο αυτό η καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα με την από 16.11.2015 και υπ' αρ. εκθ. καταθ. …. έφεση της, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε στο Δικαστήριο αυτό με την ….. πράξη του Γραμματέως του Δικαστηρίου αυτού, ζητώντας να γίνει δεκτή για τους λόγους που αναφέρονται σε αυτήν.
Οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων κατέθεσαν έγγραφες προτάσεις, στις οποίες αναφέρθηκαν και ζήτησαν όσα αναφέρονται σε αυτές.
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΘΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Η κρινόμενη υπ' αρ. εκθ. καταθ. ….. έφεση της εν όλω ηττηθείσας  πρωτοδίκως καθής η ανακοπή κατά της 80/21.3.2014 οριστικής  απόφασης  του   Μονομελούς  Πρωτοδικείου   Σπάρτης,   που εκδόθηκε κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων και κατά την τακτική διαδικασία υπάγεται στη λειτουργική αρμοδιότητα του παρόντος δευτεροβάθμιου Δικαστηρίου,  στο  οποίο  και  απευθύνεται,  δηλαδή  του   Μονομελούς Εφετείου Ναυπλίου, σύμφωνα με το (εφαρμοστέο κατ' άρθρο 72 παρ. 13 Ν. 3994/2011) νέο άρθρο 19 περ. α' ΚΠολΔ, όπως τούτο ισχύει μετά από την τροποποίηση του από το άρθρο 4 παρ. 2 του Ν. 3994/2011, αφού η έφεση αυτή ασκήθηκε, δηλαδή κατατέθηκε από την εκκαλούσα στη γραμματεία του εκδόντος την προσβαλλόμενη (εκκαλούμενη) απόφαση πρωτοβάθμιου δικαστηρίου, ήτοι του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης κατ άρθρο 495 παρ. 1 και παρ. 2 ΚΠολΔ, μετά από τις 25.7.2011 και συγκεκριμένα στις 20.11.2015. Επίσης, η κρινόμενη υπ' αρ. εκθ. καταθ… έφεση έχει ασκηθεί νομοτύπως, εμπροθέσμως και εν γένει παραδεκτώς σύμφωνα με τα άρθρα 495 παρ. 1, παρ. 2 και παρ. 4 εδ. α' και γ' (όπως η παρ. 4 προστέθηκε με το άρθρο 12 παρ. 2 Ν. 4055/2012 που ισχύει για τις κατατιθέμενες από τις 2.4.2012 και εφεξής εφέσεις κατά τα άρθρα 113 Ν. 4055/2012 και 25 παρ. 2 ΕισΝΚΠολΔ), 511,513 παρ. 1 εδ. α' στ. β', 516 παρ. 1, 517 εδ. α', 518 παρ. 2 και 520 παρ. 1 ΚΠολΔ, επειδή α) κατά την (μεταγενέστερη της 2.4.2012) από 20.11.2015 άσκηση της ως άνω   εφέσεως   (κατάθεση   της   στη   Γραμματεία   του   Μονομελούς Πρωτοδικείου    Σπάρτης)    καταβλήθηκε    το    προσήκον    παράβολο, κατατεθέντος του υπ' αρ. …. διπλοτύπου στο Γραμματέα του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, όπως βεβαιώνει τούτος κάτω από το εφετήριο δικόγραφο, β) από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει επίδοση στην εκκαλούσα (ή από αυτήν) της εκκαλούμενης απόφασης, ενώ εξάλλου δεν παρήλθε γι' αυτήν η καταχρηστική προθεσμία της τριετίας από τη δημοσίευση της απόφασης αυτής, σύμφωνα με το προμνησθέν άρθρο 518 παρ, 2 ΚΠολΔ (όπως τούτο ίσχυε πριν από το Ν. 4335/2015) και γ) από τα στοιχεία της δικογραφίας δεν προκύπτει άλλος λόγος απαραδέκτου της ως άνω εφέσεως. Μόλις που χρειάζεται να σημειωθεί, ότι επί της κρινόμενης έφεσης εφαρμόζονται, σύμφωνα με τη ρητή μεταβατική διάταξη του άρθρου 1 άρθρου ένατου παρ. του Ν. 4335/2015, τα (παλαιά) άρθρα 495 έως και 500 και 511 έως και 537 ΚΠολΔ, όπως τούτα ίσχυαν πριν από την τροποποίηση τους από το Ν. 4335/2015, γιατί η κρινόμενη έφεση ασκήθηκε κατ' άρθρο 495 παρ. 1 και παρ. 2 ΚΠολΔ, ήτοι κατατέθηκε στη Γραμματεία του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης πριν από την 1.1.2016 και δη στις 26.7.2013 [Απαλαγάκη Συστηματική Παρουσίαση των Βασικών Τροποποιήσεων του ΚΠολΔ από το Ν. 4335/2015 (2016), σελ. 39 και 227]. Επομένως, η έφεση είναι παραδεκτή και πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω κατ' ουσίαν, ήτοι ως προς το παραδεκτό και το βάσιμο των λόγων της (άρθρο 533 παρ. 1 ΚΠολΔ).
Με την ένδικη υπ' αρ. εκθ. καταθ. ανακ. …. ανακοπή τους οι ανακόπτοντες και ήδη εφεσίβλητοι ζήτησαν, για τους αναφερόμενους σε αυτήν λόγους, την ακύρωση της 81/2013 διαταγής πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία διέταξε αυτούς (ανακόπτοντες) να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, στην καθής η ανακοπή και ήδη εκκαλούσα τράπεζα το ποσό των 24.262,24 ευρώ, πλέον τόκων και εξόδων, ως οφειλόμενο οριστικό κατάλοιπο ανοικτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού, που έκλεισε οριστικά και που εξυπηρετούσε (ταυτόχρονα λήξασα) σύμβαση ανοίγματος πιστώσεως και τις πρόσθετες αυτής πράξεις, με πιστοδότρια την καθής η ανακοπή τράπεζα, πιστολήπτρια (πιστούχο) την 1η των ανακοπτόντων και εγγυητές υπέρ της τελευταίας τους 2° και 3° των ανακοπτόντων. Η εκκαλούμενη 80/2014 οριστική απόφαση του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης δέχθηκε εν όλω την ανακοπή και ακύρωσε την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής. Κατά της αποφάσεως αυτής παραπονείται ήδη η εκκαλούσα και καθής η ανακοπή για τους αναφερόμενους στην κρινόμενη (υπ' αρ. εκθ. καταθ….) έφεση λόγους που ανάγονται σε εσφαλμένη ερμηνεία και εφαρμογή του νόμου και σε κακή και πλημμελή εκτίμηση των αποδείξεων και ζητεί να εξαφανιστεί η απόφαση αυτή, προκειμένου να απορριφθεί καθ' ολοκληρίαν (στο σύνολο της) η παραπάνω εναντίον της ένδικη ανακοπή και να επικυρωθεί η διαταγή πληρωμής.
Ο Γ.Ο.Σ. που προβλέπει, ότι οι τόκοι υπολογίζονται με βάση έτος 360  ημερών αντί 365  ημερών,  έχει ως  αποτέλεσμα τη  σημαντική διατάραξη  της ισορροπίας των δικαιωμάτων και υποχρεώσεων των συμβαλλομένων εις βάρος του καταναλωτή δανειολήπτη και εγγυητή και, ως εκ τούτου, είναι παράνομος και άκυρος κατ’ άρθρο 2 παρ. 6 εδ. α' Ν. 2251/1994, όπως το εδ. α' αντικαταστάθηκε από το άρθρο 2 παρ. 2 του Ν. 3587/2007. Ο εν λόγω Γ.Ο.Σ. προσκρούει στην αρχή της διαφάνειας, που επιτάσσει οι όροι να είναι διατυπωμένοι κατά τρόπο ορισμένο, ορθό και σαφή, ώστε ο απρόσεκτος μεν ως προς την ενημέρωση του, αλλά διαθέτων τη μέση αντίληψη κατά το σχηματισμό της δικαιοπρακτικής του απόφασης καταναλωτής να γνωρίζει τις συμβατικές δεσμεύσεις που αναλαμβάνει ιδίως όσον αφορά στη σχέση παροχής και αντιπαροχής. Με το να υπολογίζεται το επιτόκιο σε έτος 360 ημερών, ο καταναλωτής δεν πληροφορείται το (πραγματικό) ετήσιο επιτόκιο, όπως αυτό θα έπρεπε να προσδιορίζεται σύμφωνα και με τη διάταξη του άρθρου 243 παρ. 3 ΑΚ. Η δανείστρια τράπεζα διασπά με τον εν λόγω όρο, εντελώς τεχνητά και κατ' απόκλιση των δικαιολογημένων προσδοκιών του καταναλωτή δανειολήπτη και εγγυητή, το χρονικό διάστημα (το έτος), στο οποίο όφειλε να αναφέρεται το επιτόκιο, δημιουργώντας έτσι μία πρόσθετη επιβάρυνση του καταναλωτή δανειολήπτη και εγγυητή, ο οποίος πλέον όταν το επιτόκιο μιας ημέρας προσδιορίζεται με βάση έτος 360 ημερών για κάθε ημέρα επιβαρύνεται με, κατά 1,3889% περισσότερο, τόκους, καθώς το επιτόκιο υποδιαιρείται για τον προσδιορισμό του τόκου προς 360 ημέρες, χωρίς αυτή η επιπλέον επιβάρυνση να μπορεί να δικαιολογηθεί με την επίκληση κάποιου σύνθετου χαρακτήρα της παρεχόμενης υπηρεσίας ή από κάποιους εύλογους για τον   καταναλωτή λόγους ή από κάποιο δικαιολογημένο ενδιαφέρον της τράπεζας. Τούτο ιδίως σε μία εποχή, όπου τα ηλεκτρονικά μέσα προσφέρουν, χωρίς καμία πρόσθετη δυσχέρεια, τον επακριβή υπολογισμό των τόκων με έτος 365 ημερών. Εξάλλου, το έτος των 365 ημερών ισχύει και εφαρμόζεται σήμερα, κατ'  επιταγή της κοινοτικής οδηγίας 98/7/ΕΚ που ενσωματώθηκε στο εθνικό μας δίκαιο, με την ΚΥΑ 2Μ78/13.2.2001 (ΦΕΚ Β 255/8.3.2001) στην καταναλωτική πίστη, με τη στενή έννοια, ρύθμιση που δείχνει τη σημασία που απονέμει και ο κοινοτικός νομοθέτης για τον κατ'  αυτόν τον τρόπο, ακρφή προσδιορισμό του επιτοκίου [ad hoc ΑΠ 430/2005 ΕλΔνη 46 (2005), 793 και σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ ΗφΑΘ 4424/2009 σε ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ].

Από όλα ανεξαιρέτως τα έγγραφα που οι διάδικοι επικαλούνται και προσκομίζουν νόμιμα, ορισμένα εκ των οποίων μνημονεύονται ειδικότερα παρακάτω χωρίς όμως να παραλειφθεί η συνεκτίμηση κανενός, αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά : Κατόπιν της από 7.3.2013 αιτήσεως της εκκαλούσας και καθής η ανακοπή Ανώνυμης Τραπεζικής Εταιρείας κατά των εφεσίβλητων και ανακοπτόντων εκδόθηκε η 81/15.4.2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, η οποία διέταξε τους εφεσίβλητους και ανακόπτοντες να καταβάλουν, εις ολόκληρον ο καθένας, στην εκκαλούσα και καθής η ανακοπή τράπεζα το ποσό των 24.262,24 ευρύ), πλέον τόκων και εξόδων, ως οφειλόμενο οριστικό κατάλοιπο ανοικτού (αλληλόχρεου) λογαριασμού, που έκλεισε οριστικά και που εξυπηρετούσε (ταυτόχρονα λήξασα) σύμβαση ανοίγματος πιστώσεως και τις πρόσθετες αυτής πράξεις, με πιστοδότρια την εκκαλούσα (καθής η ανακοπή) τράπεζα, πιστολήπτρια (πιστούχο) την 1η των εφεσίβλητων (ανακοπτόντων) και εγγυητές υπέρ της τελευταίας τους 2° και 3° των εφεσίβλητων (ανακοπτόντων). Ειδικότερα, η εκκαλούσα και καθής η ανακοπή τράπεζα και πιστοδότρια συνήψε με την 1η των εφεσίβλητων και ανακοπτόντων την …. σύμβαση ανοίγματος πιστώσεως με ανοικτό αλληλόχρεο λογαριασμό. Στην ως άνω σύμβαση, καθώς και στις πρόσθετες πράξεις που την συμπλήρωσαν, συμβλήθηκαν ως εγγυητές της 1ης, οι 2 και 3ος των εφεσίβλητων και ανακοπτόντων. Με τον όρο 8.2 της ανωτέρω σύμβασης συμφωνήθηκε ότι «Ο τόκος υπολογίζεται τοκαριθμικώς με βάση το έτος 360 ημερών επί του εκάστοτε χρεωστικού υπολοίπου». Δηλαδή για τον εκτοκισμό των δικαιοπρακτικών τόκων (και των τόκων υπερημερίας) συμφωνήθηκε μεταξύ των διαδίκων με τον ως άνω καταχρηστικό, παράνομο και άκυρο Γ.Ο.Σ. που αποτέλεσε και συμβατική τους ρήτρα να εφαρμόζεται ο τύπος: υπόλοιπο δανείου Χ συγκεκριμένες ημέρες της διάρκειας του δανείου (ή της υπερημερίας) : 360 ημέρες (ως «λογιστικό» έτος) Χ το ισχύον για το οικείο χρονικό διάστημα εκτοκισμού επιτόκιο του δικαιοπρακτικού τόκου (ή του τόκου υπερημερίας). Ενώ έπρεπε να συμφωνηθεί μεταξύ των διαδίκων ο τύπος: υπόλοιπο δανείου Χ συγκεκριμένες ημέρες της διάρκειας του δανείου (ή της υπερημερίας) : 365 ημέρες (ημερολογιακό έτος) Χ το ισχύον για το οικείο χρονικό διάστημα εκτοκισμού επιτόκιο του δικαιοπρακτικού τόκου (ή του τόκου υπερημερίας). Σε εκτέλεση του παραπάνω καταχρηστικού και άκυρου Γ.Ο.Σ., που αποτέλεσε ρήτρα της επίδικης δανειακής σύμβασης, εκτοκίστηκαν από την εκκαλούσα και καθής η ανακοπή τράπεζα τόκοι, οι οποίοι κατά ποσοστό 1,3889% ημερησίως δεν οφείλοντας αφού κατά το ποσοστό τούτο ημερησίως αυξήθηκαν παρανόμως. Επομένως, κατά το οικείο χρηματικό ποσό των παρανόμως εκτοκισθέντων τόκων, δεν γεννήθηκε απαίτηση της εκκαλούσας και καθής η ανακοπή τράπεζας εναντίον των εφεσίβλητων και ανακοπτόντων. Επομένως, εκ του προσκομισθέντος αντιγράφου της επίδικης σύμβασης προκύπτει ευθέως η εκ   μέρους  της  εκκαλούσας και καθής η ανακοπή  εφαρμογή  της συγκεκριμένης τακτικής για τον υπολογισμό της επίδικης οφειλής, η οποία, σύμφωνα με τα διαλαμβανόμενα   στη νομική σκέψη που προεκτέθηκε στη μείζονα πρόταση. Εξάλλου, η εκκαλούσα και καθής η ανακοπή δεν αμφισβητεί ειδικά το γεγονός του υπολογισμού των τόκων με βάση το «λογιστικό» έτος των 360 ημερών και σε συνδυασμό με τη γενική άρνηση και το σύνολο των ισχυρισμών συνάγεται ότι το συνομολογεί δικαστικώς, παραγόμενης περί τούτου πλήρους αποδείξεως (άρθρα 261  εδ. β' συνδ. 352 παρ.  1 ΚΠολΔ). Ενόψει των ανώτερω, συνάγεται ότι η διαμόρφωση της οφειλής των εφεσίβλητοι και ανακοπτόντων προς την εκκαλούσα και καθής η ανακοπή από την ως άνω σύμβαση είναι, κατά ένα τουλάχιστον μέρος, αποτέλεσμα εφαρμογής παράνομης τακτικής. Το ακριβές ύψος, όμως, αυτής της παράνομης χρέωσης, στην προκείμενη περίπτωση, δεν μπορεί να προσδιοριστεί από τους τηρούμενους λογαριασμούς και εγγραφές από την εκκαλούσα και καθής η ανακοπή στα αποσπάσματα των λογαριασμών αυτών, με βάση τα οποία εκδόθηκε η ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής. Και τούτο διότι δεν προκύπτει από αυτά ούτε το επιτόκιο υπολογισμού των συμβατικών τόκων, ούτε των τόκων υπερημερίας, με αποτέλεσμα η απαίτηση να καθίσταται ανεκκαθάριστη, κατά τη διάταξη του άρθρου 624 παρ. 1 ΚΠολΔ. Δηλαδή, στην υπό κρίση περίπτωση, επηρεάζεται η απόδειξη με τα έγγραφα του συνόλου της απαίτησης, καθώς στους λογαριασμούς δεν είναι δυνατός ο διαχωρισμός των επιμέρους παρανόμως υπολογισθέντων ποσών. Εξάλλου, από την ίδια την ανακοπτόμενη διαταγή πληρωμής προκύπτει ότι στον Δικαστή που την εξέδωσε προσκομίστηκαν μόνον αποσπάσματα από τα ηλεκτρονικά τηρούμενα εμπορικά βιβλία της καθής και όχι αντίγραφα των μηνιαίων  λογαριασμών, στους  οποίους να αναγράφονται λεπτομερώς οι χρεώσεις και οι πιστώσεις, οπότε σε αυτήν την περίπτωση,  θα μπορούσαν οι εφεσίβλητοι  και ανακόπτοντες να υπολογίσουν οι ίδιοι κατά μήνα λεπτομερώς, το ύψος της απαίτησης, χωρίς αυτές τις παράνομες χρεώσεις και εντεύθεν να προσδιορίσουν τη διαφορά, ως ποσό κατά το οποίο μειώνεται η απαίτηση και κατ' επέκταση, ακυρώνεται η διαταγή πληρωμής. Επομένως, επειδή δεν είναι ευχερής ο υπολογισμός της παράνομης επιβάρυνσης των εφεσίβλητων και ανακοπτόντων και η μερική ακύρωση της διαταγής πληρωμής κατά το ποσό των μη οφειλόμενων τόκων, η επικύρωση της δε κατά το υπόλοιπο και πράγματι οφειλόμενο ποσό. Αφού, λοιπόν, δεν είναι δυνατόν να αποδειχθεί το ακριβές ποσό της απαίτησης υπάρχει αμφιβολία για το ύψος της, καθιστάμενης αυτής ανεκκαθάριστης στο σύνολο της. Επομένως, η ανακοπτόμενη 81/2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης εκδόθηκε, πράγματι, χωρίς να συντρέχει κατά το χρόνο εκδόσεως της η διαδικαστική προϋπόθεση που απαιτεί το άρθρο 624 παρ. 1 ΚΠολΔ, χωρίς δηλαδή η επίδικη απαίτηση να είναι εκκαθαρισμένη.
Και αυτό γιατί η επίδικη χρηματική απαίτηση δεν προσδιορίζεται επακριβώς ως προς το ύψος της στο κατ' άρθρο 623 ΚΠολΔ έγγραφο, ούτε και προκύπτει από τον συνδυασμό του εν λόγω εγγράφου με άλλα, ενώ δεν μπορεί να προσδιοριστεί ούτε και με απλούς μαθηματικούς υπολογισμούς με γνωστά δεδομένα [Μ. Μαργαρίτης ΕρμΚΠολΔ (2012) τ. II υπό το άρθρο 624 αρ.6 Ποδηματά σε Κεραμέως/Κονδύλη/Νίκα ΕρμΚΠολΔ (2000) υπό το άρθρο 624 αρ. 11]. Επομένως, η ανακοπτόμενη 81/2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης έπασχε, πράγματι, από δικονομική ακυρότητα κατ' άρθρο 159 περ. І ΚΠολΔ. Κατ' ακολουθίαν όλων των ανωτέρω, έπρεπε να γίνει δεκτός ως παραδεκτός, νόμιμος και ουσιαστικά βάσιμος ο πέμπτος λόγος της ένδικης υπ' αρ. εκθ. καταθ. ανακ. …. ανακοπής, παρελκούσης της έρευνας των λοιπών λόγων της ανακοπής αυτής. Έπρεπε, δηλαδή, η ένδικη υπ' αρ. εκθ. καταθ. ανακ. …. ανακοπή να γίνει καθ' ολοκληρίαν (στο σύνολο της) δεκτή ως και κατ’ ουσίαν βάσιμη και, εν συνεχεία, έπρεπε να ακυρωθεί δικαστικώς η ανακοπτόμενη 81/2013 διαταγή πληρωμής του Δικαστή του Μονομελούς Πρωτοδικείου Σπάρτης, σύμφωνα με το άρθρο 633 παρ. 1 ημιπ. α' ΚΠολΔ. Επομένως, το πρωτοβάθμιο Δικαστήριο, το οποίο με την εκκαλούμενη απόφαση του δέχθηκε εν όλω την ένδικη ανακοπή, κατά τον πέμπτο λόγο της, ως (και) ουσιαστικά βάσιμη και ακύρωσε την προαναφερόμενη διαταγή πληρωμής, ορθά ερμήνευσε και εφάρμοσε το νόμο και ορθά εκτίμησε τις αποδείξεις. Επομένως, πρέπει να απορριφθούν ως αβάσιμοι όλοι οι λόγοι της κρινόμενης (υπ’ αρ. εκθ. καταθ…) έφεσης της καθής η ανακοπή, με τους οποίους υποστηρίζονται τα αντίθετα και ζητείται η ολική απόρριψη της εναντίον της ένδικης ανακοπής. Ελλείψει άλλου λόγου, πρέπει η κρινόμενη υπ’ αρ. εκθ. καταθ. …. έφεση της καθής η ανακοπή να απορριφθεί κατ ουσίαν στο σύνολο της. Τα δικαστικά έξοδα του παρόντος (δεύτερου) βαθμού δικαιοδοσίας των εφεσίβλητων (ανακοπτόντων) πρέπει, κατόπιν του σχετικού αιτήματος τους, να επφληθούν εις βάρος της ηττώμενης εκκαλούσας (καθής η ανακοπή) σύμφωνα με τα άρθρα 183 ημιπ. α' περ. α' και 191 παρ. 2 ΚΠολΔ. Τέλος, αφού η έφεση απορρίφθηκε (κατ’ ουσίαν), η εκκαλούσα ηττήθηκε ολικά και, ως εκ τούτου, πρέπει σύμφωνα με το άρθρο 495 παρ. 4 εδ. ε' περ. β' ΚΠολΔ να διαταχθεί η εισαγωγή του κατατεθέντος για την έφεση αυτή παραβόλου στο δημόσιο ταμείο.
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ AΥΤΟΥΣ
Δικάζει κατ' αντιμωλίαν των διαδίκων.
Δέχεται τυπικά και απορρίπτει κατ' ουσίαν την έφεση.
Διατάσσει την εισαγωγή του κατατεθέντος για την έφεση αυτή παραβόλου στο δημόσιο ταμείο ΚΑΙ
Καταδικάζει την εκκαλούσα στη δικαστική δαπάνη των εφεσίβλητων του παρόντος βαθμού δικαιοδοσίας, το ποσό της οποίας ορίζει σε εξακόσια (600) ευρώ.
Κρίθηκε, αποφασίστηκε και δημοσιεύθηκε στο Ναύπλιο στις  21-9-2017,  σε  έκτακτη  δημόσια  συνεδρίαση  στο  ακροατήριο  του, απόντων των διαδίκων και των πληρεξουσίων δικηγόρων τους.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                     Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου