ΜονΠρΑθ 359/18 : Μεταβίβαση επιχείρησης - Πτώχευση. Ο εργοδότης που διαδέχεται ή υποκαθιστά τον αρχικό εργοδότη στην άσκηση ορισμένης επιχείρησης, υπεισέρχεται στις υποχρεώσεις του αρχικού εργοδότη έναντι του προσωπικού και σε περίπτωση απόλυσης αυτού οφείλει να τηρήσει τις νόμιμες διατυπώσεις και να καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση με βάση το συνολικό χρόνο του μισθωτού στον αρχικό και στο νέο εργοδότη. Έννοια μεταβίβασης της επιχείρησης. Εάν επέλθει μεταβίβαση επιχείρησης στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο έχει αρχίσει αλλά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η διαδικασία της πτώχευσης ή της κήρυξης σε αφερεγγυότητα, το προσωπικό της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης υπάγεται πλήρως στην προστασία που παρέχεται. Εάν όμως ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία με την έκδοση της, κατά περίπτωση, απαιτούμενης δικαστικής απόφασης, τότε από τη δημοσίευση αυτής παύει η προστασία. Περίπτωση συστάσεως ΙΚΕ ως συνέχεια προηγουμένης ατομικής επιχειρήσεως - Η ΙΚΕ αποτελεί διάδοχο εργοδότρια - Διαφορά δεδουλευμένων αποδοχών σε απολυθέντα μισθωτό. Η κρινόμενη αγωγή πρέπει γίνει δεκτή ως κατ’ ουσίαν βάσιμη εν μέρει.
ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
ΑΡΙΘΜΟΣ 359/2018
Πρωτοδίκης: Δ. ΝΙΚΗΤΟΠΟΥΛΟΣ
Α.Ι. Από τις ταυτόσημες διατάξεις των άρθρων 6 παρ. 1 του Ν. 2112/20 και παρ. 1 του ΒΔ από 16/18 Ιουλίου 1920, κατά τις οποίες η μεταβολή του προσώπου του εργοδότη, οπωσδήποτε και αν επέλθει, δεν επηρεάζει την εφαρμογή των νομοθετημάτων αυτών υπέρ του μισθωτού (υπαλλήλου ή εργάτη), καθώς και από εκείνες των άρθρων 2 παρ. 1 εδ. β’ και 4 παρ. 1 του ΠΔ 178/02, κατά την πρώτη των οποίων «ως μεταβίβαση κατά την έννοια του παρόντος διατάγματος θεωρείται η μεταβίβαση μιας οικονομικής οντότητας που διατηρεί την ταυτότητά της, η οποία νοείται ως σύνολο οργανωμένων πόρων με σκοπό την άσκηση οικονομικής δραστηριότητας είτε κύριας είτε δευτερεύουσας» και κατά τη δεύτερη των οποίων «δια της μεταβιβάσεως και από την ημερομηνία αυτής όλα τα υφιστάμενα δικαιώματα και υποχρεώσεις που είχε ο μεταβιβάζων από σύμβαση ή σχέση εργασίας μεταβιβάζονται στο διάδοχο», προκύπτει ότι ο εργοδότης που διαδέχεται ή υποκαθιστά με οποιονδήποτε τρόπο και οποιαδήποτε νομική μορφή τον αρχικό εργοδότη στην άσκηση ορισμένης επιχείρησης, υπεισέρχεται στις υποχρεώσεις του αρχικού εργοδότη έναντι του προσωπικού και σε περίπτωση απόλυσης αυτού οφείλει να τηρήσει τις νόμιμες διατυπώσεις και να καταβάλει τη νόμιμη αποζημίωση με βάση το συνολικό χρόνο του μισθωτού στον αρχικό και στο νέο εργοδότη (ΑΠ 1839/08 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 193/91 ΕΕΝ 1990.692 = ΕΕργΔ 1990.720 ΕφΛαρ 71/02 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2002.397). Οι έννομες αυτές συνέπειες επέρχονται και στην περίπτωση που, προς καταστρατήγηση των παραπάνω προστατευτικών διατάξεων, υποχρεωθεί ο μισθωτός που συνεχίζει αδιάλειπτα την εργασία του να καταγγείλει τη σύμβαση με τον αρχικό εργοδότη και ευθύς εν συνεχεία υπογράφει νέα σύμβαση εργασίας με τον διάδοχο εργοδότη (ΑΠ 259/06 ΤΝΠ Νόμος). Για την επέλευση των συνεπειών αυτών απαιτείται α) το πραγματικό γεγονός ότι η επιχείρηση συνεχίζει χωρίς διακοπή τη λειτουργία της ως οικονομική μονάδα και διατηρεί την ταυτότητά της και στο πρόσωπο του διαδόχου, άσχετα αν συνδυάζεται η αλλαγή του φορέα αυτής και με αλλαγή τίτλου, νομικής μορφής ή με άλλες μεταβολές (ΟλΑΠ 5/94 ΕλλΔνη 1995.1252, ΑΠ 318/10 ΤΝΠ Νόμος, ΑΠ 564/05 ΕλλΔνη 48.469, ΑΠ 1723/95 ΕΕργΔ 1997.747) β) υφιστάμενη κατά το χρόνο της μεταβίβασης εργασιακή σχέση (ΑΠ 259/06 οπ, ΑΠ 318/98 ΕλλΔνη 1998.1573 = ΕΕργΔ 1999.355, ΕφΠειρ 833/01 ΔΕΕ 2002.884) και ειδικότερα η σχέση αυτή (εργασιακή) να μην είχε λυθεί πριν από τη μεταβίβαση με νόμιμο τρόπο (ΕφΑθ 6363/07 ΕΕργΔ 2008.760). Η μεταβολή δε του προσώπου του εργοδότη επέρχεται με τη μεταβίβαση της επιχείρησης με οποιονδήποτε τρόπο, όπως με δικαιοπραξία, έστω και άκυρη ή κατ’ εφαρμογή νομικής διάταξης και σημασία έχει η μεταβίβαση ως πραγματικό γεγονός, ανεξάρτητα από την ύπαρξη ή το κύρος (ΑΠ 1181/96 ΕΑσφλΔ 30.119, ΑΠ 891/92 ΕΕργΔ 1993.454 = ΔΕΝ 1992.1231, ΕφΑθ 6635/00 ΕλλΔνη 2003.535, ΕφΑθ 2398/06 ΔΕΕ 2006.1183, ΕφΑθ 6635/00 ΕλλΔνη 2003.535 ΕφΠειρ 833/01 ο.π.). Με την έννοια αυτή μεταβίβαση αποτελεί τόσο η εκποίηση της επιχείρησης όσο και η απλή παραχώρηση της εκμετάλλευσής της [(Ληξουριώτης σε ΕΕργΔ 1990.719, Βλαστός σε ΕΕργΔ 1999.981 ΑΠ 602/80 ΝοΒ 1980.1974, ΕφΠειρ. 833/01 ο.π., ΕφΠειρ 142/16 ΤΝΠ Νόμος)]. Τέλος, κατά τη διάταξη του άρθρου 6 του ΠΔ 178/02 «1. Τα άρθρα 4 και 5 του παρόντος δεν εφαρμόζονται στη μεταβίβαση επιχείρησης, εγκατάστασης ή τμήματος επιχείρησης ή εγκατάστασης, όταν ο μεταβιβάζων ευρίσκεται σε διαδικασία πτώχευσης ή σε οποιαδήποτε άλλη ανάλογη διαδικασία ορίζεται στο άρθρο 44 παράγραφος 5 του Ν. 2648/98 (Α’ 238), η οποία κινήθηκε με σκοπό την εκκαθάριση των περιουσιακών στοιχείων του μεταβιβάζοντος και σύμφωνα με διαδικασίες που διεξάγονται υπό την εποπτεία της κατά περίπτωση αρμόδιας Αρχής. 2. Η εφαρμογή της παρ. 1 του παρόντος άρθρου αρχίζει από την έκδοση της σχετικής κατά περίπτωση δικαστικής απόφασης». Από το συνδυασμό των παραπάνω διατάξεων προκύπτει ότι εάν επέλθει μεταβίβαση επιχείρησης στο χρονικό διάστημα κατά το οποίο έχει αρχίσει αλλά δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί η διαδικασία της πτώχευσης ή της κήρυξης σε αφερεγγυότητα, το προσωπικό της μεταβιβαζόμενης επιχείρησης υπάγεται πλήρως στην προστασία που παρέχεται. Εάν όμως ολοκληρωθεί η σχετική διαδικασία με την έκδοση της, κατά περίπτωση, απαιτούμενης δικαστικής απόφασης, τότε από τη δημοσίευση αυτής παύει η προστασία (βλ. Κων. Γαζετά, Μεταβίβαση επιχείρησης και έννομες συνέπειες για τις εργασιακές σχέσεις - Δικαστική προστασία, Αθήνα 2007, σελ. 155 - 156).
Β. (...) Αποδεικνύονται τα ακόλουθα, κρίσιμα για την υπόθεση, πραγματικά περιστατικά: Ο ενάγων στις 1-10-2010 προσλήφθηκε από το Σ.Κ. ο οποίος διατηρούσε στην Αθήνα ατομική επιχείρηση ψητοπωλείου - ψησταριάς, με προφορικά καταρτισθείσα σύμβαση εξαρτημένης εργασίας αορίστου χρόνου, προκειμένου να απασχοληθεί ως διανομέας, χρησιμοποιώντας προς τούτο δική του μοτοσικλέτα, έναντι συμφωνηθέντος ωρομισθίου ποσού 5,22 ευρώ (μικτά). Οι πραγματικές συνθήκες της εργασίας του ήταν αυτές της πλήρους απασχόλησης, αφού από τις 1-10-2010 έως τις 31-1-2012 παρείχε την εργασία του επί 51 ώρες σε 6ήμερη εβδομαδιαία βάση (από Δευτέρα έως Κυριακή με ρεπό την Πέμπτη) και με ημερήσιο ωράριο από τις 12.00 έως τις 17.00 και από τις 20.00 έως τις 23.00 (8ωρο), εκτός από την Τετάρτη, όπου παρείχε την εργασία του από τις 12.00 έως τις 23.00 (11ωρο), και από τις 1-2-2012 έως τις 30-6-2013 παρείχε την εργασία του επί 54 ώρες σε 6ήμερη εβδομαδιαία βάση (από Δευτέρα έως Κυριακή με ρεπό την Πέμπτη) και ημερήσιο ωράριο από τις 12.00 έως τις 17.00 και από τις 20.00 έως τις 23.00 (8ωρο) κατά τις ημέρες Δευτέρα, Τρίτη, Παρασκευή και Κυριακή και από τις 12.00 μέχρι τις 23.00 (11ωρο) κατά τις ημέρες Τετάρτη και Σάββατο. Στις 13.5.2013 συστάθηκε η εταιρία με την επωνυμία «Μ.Γ. ΥΠΗΡΕΣΙΕΣ ΕΣΤΙΑΣΗΣ ΜΟΝΟΠΡΟΣΩΠΗ ΙΔΙΩΤΙΚΗ ΚΕΦΑΛΑΙΟΥΧΙΚΗ ΕΤΑΙΡΙΑ ΙΚΕ» και με το διακριτικό τίτλο «Γ» ΕΣΤΙΑΣΗ ΙΚΕ» (στο εξής εναγομένη) με μοναδική εταίρο και νόμιμη εκπρόσωπό της τη Μ.Γ., σύζυγο του ανωτέρω αναφερθέντος Σ.Κ., με επιχειρηματικό αντικείμενο δραστηριότητας τη διαχείριση και εκμετάλλευση επιχείρησης και διαχείρισης οβελιστηρίου, εστιατορίου και χώρου εστίασης.