[Εισήγηση στο 7ο Συνέδριο της Ένωσης Ελλήνων Ποινικολόγων με θέμα : "ΤΟ ΔΙΚΑΙΩΜΑ ΥΠΕΡΑΣΠΙΣΕΩΣ ΣΤΗΝ ΠΟΙΝΙΚΗ ΔΙΚΗ - Όψεις και Όρια" (Πάτρα 15-16/4/2016)]
DNA
και γενετικό αποτύπωμα
To DNA, ή αλλιώς δεσοξυριβο-νουκλεϊκό οξύ,
είναι το γενετικό υλικό του κυττάρου. Το
DNA φέρει όλη την
πληροφορία που είναι απαραίτητη για την ύπαρξή μας και η οποία βρίσκεται
κωδικοποιημένη σε τμήματα που ονομάζονται γονίδια. Ανάμεσα στα γονίδια, τα
οποία καταλαμβάνουν μόλις το 1% του συνολικού μήκους του, υπάρχουν τμήματα DNA τα οποία δεν κωδικοποιούν καμία πληροφορία.
Τα τμήματα αυτά περιλαμβάνουν μικρές επαναλαμβανόμενες περιοχές (STR – short tandem repeats) που εμφανίζουν υψηλό βαθμό
ποικιλομορφίας μεταξύ των ατόμων και χρησιμοποιούνται στα εγκληματολογικά
εργαστήρια για την ταυτοποίηση των ατόμων ή/και την μελέτη της βιολογικής
συγγένειας. Η μελέτη τουλάχιστον 16 τέτοιων πολυμορφικών περιοχών (γενετικοί
δείκτες) οδηγεί στην εξαγωγή του μοναδικού γενετικού προφίλ κάθε ατόμου, του γενετικού αποτυπώματος, ενώ σε πιο
απαιτητικές υποθέσεις υπάρχει δυνατότητα μελέτης μεγαλύτερου αριθμού δεικτών.
Τι
μπορεί και τι δεν μπορεί να μας πει η ανάλυση του DNA
Όλα
τα κύτταρα του σώματος φέρουν ακριβώς την ίδια πληροφορία και συνεπώς
οποιαδήποτε πηγή DNA
είναι εξίσου χρήσιμη (αίμα, σάλιο, τρίχες, νύχια, δέρμα, σωματικές εκκρίσεις
κτλ.). Στο πρώτο στάδιο της ανάλυσης, τα πειστήρια τα οποία συλλέγονται στα
πλαίσια των ποινικών υποθέσεων εξετάζονται με ειδικά τεστ ανίχνευσης
προκειμένου να προσδιοριστεί η φύση του βιολογικού υλικού, αν πρόκειται δηλαδή
για αίμα, σάλιο, σπέρμα, ούρα ή άλλου είδους βιολογικό υλικό. Η ανάλυση του DNA που ακολουθεί, μπορεί να μας πληροφορήσει:
α)
για τον αριθμό των ατόμων από τα
οποία προέρχεται το υλικό, αν πρόκειται δηλαδή για ένα η περισσότερα άτομα
β)
για το φύλο του ατόμου ή των ατόμων,
αν πρόκειται δηλαδή για αρσενικά ή θηλυκά άτομα
γ) για το γενετικό προφίλ/αποτύπωμα του ατόμου ή των ατόμων. Η σύγκριση των
ευρημάτων με τα γενετικά προφίλ των υπόπτων (δείγματα αναφοράς) μπορεί να μας
πληροφορήσει αν πρόκειται πράγματι για τα άτομα αυτά.
Από
την άλλη, τα αποτελέσματα της ανάλυσης του DNA δεν μπορούν να μας πληροφορήσουν:
α) για το χρόνο εναπόθεσης του γενετικού υλικού στα πειστήρια, αν πρόκειται
δηλαδή για πρόσφατη ή παλαιότερη εναπόθεση. Χαρακτηριστικό είναι το παράδειγμα
ληστείας που συνέβη σε κοσμηματοπωλείο, την οποία χειρίστηκαν οι
Πραγματογνώμονες της DNAlogy
και στην οποία συλλέχθηκε και εξετάστηκε ως πειστήριο ένα μπουφάν που βρέθηκε
στο κατάστημα και φορούσε ένας από τους δράστες. Η ανάλυση του DNA που πραγματοποιήθηκε έδωσε ένα μεικτό
γενετικό προφίλ τριών ατόμων. Καθώς μόνο ένα άτομο θα μπορούσε να φοράει το
μπουφάν την ώρα της ληστείας, τα άλλα δύο άτομα ενδέχεται να είχαν έρθει σε
επαφή με αυτό σε προγενέστερο χρόνο, χωρίς να υπάρχει τρόπος να ταυτοποιηθεί ο
πιο πρόσφατος χρήστης.
β)για τον τρόπο της εναπόθεσης, αν δηλαδή το άτομο ήρθε σε άμεση επαφή με το
πειστήριο ή αν το γενετικό του υλικό μεταφέρθηκε εκεί από κάποιο άλλο άτομο ή
επιφάνεια. Για παράδειγμα, αν ένα άτομο καπνίσει ένα τσιγάρο και στη συνέχεια
κάποιος κακόβουλα τρίψει αυτό το τσιγάρο στη λαβή ενός όπλου, τότε το γενετικό
υλικό από το τσιγάρο θα μεταφερθεί στη λαβή και τελικά το άτομο που το κάπνισε
θα ανιχνευθεί στο όπλο χωρίς να έχει έρθει ποτέ σε επαφή με αυτό.
Οι
μεθοδολογίες που χρησιμοποιούνται σήμερα παγκοσμίως στα εγκληματολογικά
εργαστήρια για την ανάλυση του γενετικού υλικού χαρακτηρίζονται πλέον από
μεγάλη ευαισθησία και βελτιώνονται συνεχώς, ώστε να μπορούν να δώσουν
αποτέλεσμα ακόμα και από υλικό χαμηλής ποσότητας ή/και ποιότητας. Η υψηλή
ευαισθησία των τεστ πολλές φορές οδηγεί σε αποτελέσματα μη σχετικά με το
πλαίσιο της υπόθεσης αφού ανιχνεύεται και κάθε άλλη μικροποσότητα γενετικού
υλικού που προϋπήρχε στο χώρο. Αν φανταστεί κανείς ότι μόλις ένα με δύο κύτταρα
αρκούν για την ανάλυση και την εξαγωγή ενός πλήρους γενετικού προφίλ, ενώ ένα
φτέρνισμα εκτοξεύει εκατοντάδες κύτταρα, τότε μπορεί να κατανοήσει πόσο εύκολο
είναι να βρεθεί το γενετικό υλικό ενός ατόμου σε ένα σημείο από το οποίο πέρασε
και στη συνέχεια έλαβε χώρα ένας φόνος. Για αυτό το λόγο, δεν αρκεί η απλή
παρουσίαση των αποτελεσμάτων, αλλά κρίνεται επιβεβλημένη η ερμηνεία των
αποτελεσμάτων από εξειδικευμένους επιστήμονες με βαθιά γνώση των αρχών της
επιστήμης της γενετικής εγκληματολογίας, οι οποίοι θα θέσουν υπόψη του
Δικαστηρίου όλα τα πιθανά σενάρια που θα μπορούσαν να εξηγήσουν τα
αποτελέσματα.
Η
αξία του Τεχνικού Συμβούλου στην Ποινική Δίκη
Τα
αποτελέσματα της ανάλυσης του DNA
προσφέρουν διάφορα επίπεδα πληροφορίας για αυτό η ερμηνεία τους θα πρέπει να
πραγματοποιείται με ιδιαίτερη προσοχή προκειμένου αφενός να εξαχθεί το σύνολο
της διαθέσιμης πληροφορίας και αφετέρου να μεταφερθεί ορθώς στις δικαστικές
αίθουσες κατά την εκδίκαση των υποθέσεων. Η ερμηνεία των αποτελεσμάτων απαιτεί
ιδιαίτερη εξειδίκευση και βαθιά γνώση της επιστήμης της γενετικής
εγκληματολογίας γεγονός που επιβάλλει την ύπαρξη Τεχνικού Συμβούλου με την
ιδιότητα του Γενετιστή-Πραγμτογνώμονα προκειμένου να αξιολογήσει τα
αποτελέσματα των γενετικών αναλύσεων και να επισημάνει τυχόν λάθη και
παραλείψεις.
Εργαστηριακά δεδομένα. Πιο αναλυτικά, ο Τεχνικός Σύμβουλος
λαμβάνει καταρχάς τα πρωτογενή – μη επεξεργασμένα - εργαστηριακά δεδομένα, τα
οποία περιλαμβάνουν την ποσότητα του DNA που απομονώθηκε από κάθε πειστήριο και τα γενετικά προφίλ
που προέκυψαν από την ανάλυσή του (ηλεκτροφερογράμματα). Η ποσότητα του DNA παρέχει μια πολύ σημαντική ένδειξη της
εγκυρότητας των αποτελεσμάτων καθώς αν είναι πολύ μικρή, τότε κατά τη γενετική
ανάλυση εμφανίζονται στοχαστικά φαινόμενα τα οποία οδηγούν σε μη αξιόπιστα
αποτελέσματα. Η αντίδραση της ποσοτικοποίησης του DNA παρέχει παράλληλα και έναν δείκτη
ποιότητας του δείγματος ώστε σε περίπτωση που η ποιότητα είναι περιορισμένη να
εφαρμοστούν πιο ευαίσθητες τεχνικές. Από τη μελέτη των ηλεκτροφερογραμμάτων τα
οποία απεικονίζουν το γενετικό προφίλ του ατόμου ή των ατόμων από τα οποία
προέρχεται το γενετικό υλικό που συλλέχθηκε, μπορεί να πραγματοποιηθεί
διαχωρισμός κύριου και δευτερευόντων δοτών, αν ο κύριος δότης έχει συνεισφέρει
αρκετά μεγαλύτερη ποσότητα υλικού. Εναλλακτικά, τα προφίλ δεν διαχωρίζονται και
η ανάλυση συνεχίζει με το συνολικό γενετικό προφίλ (μεικτό γενετικό προφίλ).
Επιστημονικά δεδομένα –
Ερμηνεία. Εκτός όμως από
τα εργαστηριακά δεδομένα που αποτελούν το πρώτο επίπεδο πληροφορίας, ο Τεχνικός
Σύμβουλος καλείται να αξιολογήσει τους χειρισμούς που πραγματοποιήθηκαν και τη
μεθοδολογία που ακολουθήθηκε προκειμένου να εξαχθούν τα αποτελέσματα.
Ι.
Δειγματοληψίες:
Ξεκινώντας από τις δειγματοληψίες που πραγματοποιήθηκαν και τα πειστήρια που
συλλέχθηκαν, ο Τεχνικός Σύμβουλος κρίνει αν τα δείγματα θεωρούνται κατάλληλα
και επαρκή ως προς την αξία της πληροφορίας που παρέχουν ή αν χρειάζονται
επιπλέον δειγματοληψίες που ενδεχομένως να προσφέρουν σημαντικές πληροφορίες.
Για παράδειγμα, σε περίπτωση δολοφονίας, μια από τις πιο σημαντικότερες δειγματοληψίες
που δεν νοείται να απουσιάζει, είναι αυτή στα νύχια του θύματος η οποία
καταδεικνύει το τελευταίο άτομο με το οποίο ήρθε σε επαφή το θύμα, πληροφορία
ιδιαίτερα σημαντική ειδικά αν έχει προηγηθεί πάλη μεταξύ θύτη και θύματος. Από
την άλλη, η ταυτοποίηση ενός υπόπτου σε δειγματοληψίες όπως το εξωτερικό
χερούλι της εισόδου, ενδέχεται να μην έχει τόσο μεγάλη αξία αν το άτομο αυτό
έχει επισκεφθεί την οικία του θύματος σε άλλο χρόνο.
ΙΙ.
Συμπληρωματικές αναλύσεις:
Υπάρχουν περιπτώσεις όπου η γενετική ανάλυση με την εφαρμογή των συμβατικών
μεθόδων που χρησιμοποιούνται διεθνώς στα εγκληματολογικά εργαστήρια οδηγεί σε
περιορισμένη ή και σε καθόλου πληροφορία εξαιτίας της χαμηλής ποσότητας ή/και
ποιότητας του γενετικού υλικού. Στις περιπτώσεις αυτές και ειδικότερα όταν
πρόκειται για δείγματα υψηλού πληροφοριακού φορτίου (π.χ. όπλο δράστη, νύχια
θύματος, κηλίδες αίματος), ο Τεχνικός Σύμβουλος μπορεί να ενημερώσει τους
διαδίκους και τους Δικαστές για την επιλογή χρήσης πιο ευαίσθητων τεχνικών που
έχουν τη δυνατότητα να οδηγήσουν σε αξιοποιήσιμο αποτέλεσμα, ακόμα και αν το
αποτέλεσμα της αρχικής συμβατικής μεθόδου ήταν μηδενικό.
Επιπλέον, καθώς η τεχνολογία συνεχώς
εξελίσσεται, μπορεί να προτείνει τη χρήση νέων μεθοδολογιών για την
πραγματοποίηση αναλύσεων που δεν έχουν συμπεριληφθεί στην αρχική έρευνα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται το παράδειγμα της
υπόθεσης απαγωγής του Μάριου Παπαγεωργίου, όπου οι Πραγματογνώμονες της DNAlogy χρησιμοποίησαν για πρώτη φορά στην
Ελλάδα το ειδικό σπρέι ανίχνευσης πλυμένου αίματος, η εφαρμογή του οποίου
αποκάλυψε πλυμένα ίχνη αίματος στο χώρο των αποσκευών του αυτοκινήτου του
θύματος, δίνοντας νέα στοιχεία στην υπόθεση και μεταβάλλοντας το κατηγορητήριο
από απαγωγή σε δολοφονία.
Αξιοπιστία
αναλύσεων - Μαρτυρία Πραγματογνώμονα /Τεχνικού Συμβούλου
Η
ορθή χρήση των τεχνικών ανάλυσης DNA, σύμφωνα με την 2009/905/JHA απόφαση της ΕΕ, απαιτεί την ύπαρξη
εργαστηρίων διαπιστευμένων από το Εθνικό Σύστημα Διαπίστευσης (Ε. ΣΥ. Δ.) κατά
το πρότυπο ποιότητας ΕΛΟΤ EN
ISO 17025:2005, τα
οποία διαθέτουν σύγχρονο εξοπλισμό, εξειδικευμένο προσωπικό, και εφαρμόζουν τις
διεθνείς μεθοδολογίες. Αυτές είναι οι ελάχιστες προϋποθέσεις για την εξαγωγή
έγκυρων αποτελεσμάτων. Τα αποτελέσματα όμως από μόνα τους δεν οδηγούν σε κανένα
ασφαλές συμπέρασμα αν δεν ερμηνευθούν σωστά. Οι Πραγματογνώμονες της DNAlogy, ενεργώντας είτε ως Πραγματογνώμονες
είτε ως Τεχνικοί Σύμβουλοι, ακολουθώντας τα διεθνή πρακτική εφαρμόζουν για
πρώτη φορά στην Ελλάδα τους κανόνες που
προβλέπει το σύστημα διαπίστευσης κατά το πρότυπο ΕΛΟΤ EN ISO 17025:2005 και τις διεθνείς οδηγίες της επιστημονικής
κοινότητας τόσο κατά τη συγγραφή των εκθέσεων όσο και κατά την μαρτυρία τους
στα πλαίσια αστικής και ποινικής δίκης. Όλα τα δεδομένα που παρουσιάζονται
στηρίζονται στη διεθνή επιστημονική βιβλιογραφία εξασφαλίζοντας έτσι την πλήρη
τεκμηρίωση της μαρτυρίας.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου