Δευτέρα 17 Απριλίου 2017

ΜονΠρΛαρ 234/16 : Εργατικό ατύχημα - Τραυματισμός - Ευθύνη εργαζομένου. Εργατικό ατύχημα - έννοια - αξιώσεις.

Εν προκειμένω, ο ενάγων εργαζόταν δυνάμει συμβάσεως εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, στην εναγόμενη ανώνυμη εταιρία που διατηρεί επιχείρηση εκκόκισης βάμβακος, ως βοηθός εκκοκιστή, με αντικείμενο εργασίας το δέσιμο του βαμβακιού σε μπάλες με τη χρήση συρμάτων. Αποδείχθηκε ότι το επίδικο εργατικό ατύχημα και ο σοβαρός τραυματισμός του ενάγοντος, οφείλονται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του ίδιου, ο οποίος δεν επέδειξε την, επιβαλλόμενη κατ' αντικειμενική κρίση, προσοχή και επιμέλεια, την οποία όφειλε από τις περιστάσεις ως εργάτης τεχνίτης. Ειδικότερα, από επιπολαιότητα και απερισκεψία, αγνοώντας τον κίνδυνο για τη σωματική του ακεραιότητα από την πιθανότητα επαφής των κάτω άκρων του με τον εν λειτουργία κοχλία, προέβη σε επικίνδυνη ενέργεια, μη προβλέποντας το επελθόν αποτέλεσμα, ενώ δεν θα έπρεπε να την επιχειρήσει αλλά να ακολουθήσει την προβλεπόμενη διαδικασία, την οποία γνώριζε. Εφόσον δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε αμελής συμπεριφορά της εναγομένης εργοδότριας εταιρίας και των νομίμων εκπροσωπών της, τελούσα σε αιτιώδη συνάφεια με το επίδικο ατύχημα, η κρινόμενη αγωγή πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη.


ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΛΑΡΙΣΑΣ
ΕΙΔΙΚΗ ΔΙΑΔΙΚΑΣΙΑ
ΑΡΙΘΜΟΣ 234/2016

ΣΥΓΚΡΟΤΗΘΗΚΕ από το Δικαστή Σταύρο Α. Κουκουγιάννη, Πρωτοδίκη, ο οποίος ορίστηκε από την Διευθύνουσα το Πρωτοδικείο Λάρισας Πρόεδρο Πρωτοδικών και από τη Γραμματέα Καλλιόπη Μπουζούκη.
ΣΥΝΕΔΡΙΑΣΕ δημόσια, στο ακροατήριο του, την 27 Οκτωβρίου 2016, για να δικάσει την αγωγή, με αντικείμενο διαφορά από εργατικό ατύχημα, μεταξύ:
Α. ΤΟΥ ΚΑΛΟΥΝΤΟΣ - ΕΝΑΓΟΝΤΟΣ :…………………, κατοίκου …………., ο οποίος παραστάθηκε με τις πληρεξούσιες δικηγόρους του ΣΓ και ΕΚυ (Δ.Σ. Λάρισας), συμπαρισταμένου του ασκουμένου δικηγόρου ΝΠ.
TΩΝ ΚΑΘ' ΩΝ Η ΚΛΗΣΗ - ΕΝΑΓΟΜΕΝΩΝ: 1) ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……………….», που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, 2) Ν., κατοίκου ………… Θεσσαλονίκης, 3) Ν. κατοίκου ………. Θεσσαλονίκης και 4) ……………, κατοίκου …………., που εκπροσωπήθηκαν από τους πληρεξούσιους δικηγόρους τους Α Ν (Δ.Σ. Λάρισας) και ΕΜ (Δ.Σ, Θεσσαλονίκης).
Ο ενάγων άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού την αγωγή του με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……….., η συζήτηση της οποίας ματαιώθηκε λόγω της διενέργειας των βουλευτικών εκλογών της 20.9.2015. Ήδη, με την κλήση του με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……….. ο ενάγων φέρει και πάλι προς συζήτηση την αγωγή του με σκοπό όπως γίνει δεκτή αυτή, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για την 28.11.2015 και, μετά από αναβολές, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας,
Β. ΤΗΣ ΚΑΛΟΥΣΑΣ - ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΣΑΣ ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΥΣΑΣ ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «……….», η οποία εδρεύει στη Θεσσαλονίκη και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από την πληρεξούσια δικηγόρο τους ΑΝ (Δ.Σ. Λάρισας).
ΤΗΣ ΚΑΘ' ΗΣ Η ΚΛΗΣΗ - ΠΡΟΣΕΠΙΚΑΛΟΥΜΕΝΗΣ -ΠΑΡΕΜΠΙΠΤΟΝΤΩΣ ΕΝΑΓΟΜΕΝΗΣ ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………», η οποία εδρεύει στην Αθήνα και εκπροσωπείται νόμιμα, που εκπροσωπήθηκε από τον πληρεξούσιο δικηγόρο της Γ (Δ.Σ. Λάρισας).
Η προσεπικαλούσα - παρεμπιπτόντως ενάγουσα άσκησε ενώπιον του Δικαστηρίου αυτού την προσεπίκληση με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …….., η συζήτηση της οποίας ματαιώθηκε λόγω της διενέργειας των βουλευτικών εκλογών της 20.9.2015. Ήδη. με την κλήση της με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …….. η προσεπικαλούσα - παρεμπιπτόντως ενάγουσα φέρει και πάλι προς συζήτηση την προσεπίκληση με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή της με σκοπό όπως γίνει δεκτή αυτή, η συζήτηση της οποίας προσδιορίστηκε για την 21η.1.2016 και, μετά από αναβολές, για τη δικάσιμο που αναγράφεται στην αρχή της παρούσας.
ΚΑΤΑ τη συζήτηση της υπόθεσης οι πληρεξούσιοι δικηγόροι των διαδίκων ζήτησαν να γίνουν δεκτά όσα αναφέρονται στα πρακτικά και στις έγγραφες προτάσεις τους,
ΑΦΟΥ ΜΕΛΕΤΗΣΕ ΤΗ ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ
ΣΚΕΦΤΗΚΕ ΣΥΜΦΩΝΑ ΜΕ ΤΟ ΝΟΜΟ
Φέρονται για συζήτηση στο Δικαστήριο αυτό η αγωγή αποζημίωσης από εργατικό ατύχημα με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……. (με την κλήση με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……..) και η προσεπίκληση δικονομικού εγγυητή με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………. της πρώτης των εναγομένων της κύριας αγωγής κατά της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «………» (με την κλήση με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ………), οι οποίες, κατ' εφαρμογή των διατάξεων των άρθρων 31 παρ. 1, 246 και 591 παρ. 1 ΚΠολΔ, πρέπει να συνεκδικασθούν, γιατί έτσι διευκολύνεται και επιταχύνεται η διεξαγωγή της δίκης.
Κατά την έννοια των άρθρων 1, 2 και 3 του Ν. 551/1915 «Περί ευθύνης προς αποζημίωσιν των εξ ατυχημάτων εν τη εργασία παθόντων εργατών ή υπαλλήλων ...», όπως κωδικοποιήθηκε με το Β.Δ. της 24-7/25-8-1920 και διατηρήθηκε σε ισχύ με τη διάταξη του άρθρου 38 εδ. σ' ΕισΝΑΚ, ως ατύχημα από βίαιο συμβάν, που επήλθε κατά την εκτέλεση της εργασίας ή εξ αφορμής αυτής σε εργάτη ή υπάλληλο των αναφερόμενων στο άρθρο 2 αυτού εργασιών ή επιχειρήσεων, θεωρείται κάθε βλάβη, η οποία είναι αποτέλεσμα βίαιης και αιφνίδιας επενέργειας εξωτερικού αιτίου, που δεν οφείλεται σε οργανική ή παθολογική προδιάθεση του παθόντος και το οποίο δεν θα συνέβαινε χωρίς την εργασία και την εκτέλεση της, υπό τις συγκεκριμένες περιστάσεις εκτέλεσης της. Ως ατύχημα που επήλθε εξ αφορμής της εργασίας θεωρείται, κατά την προαναφερθείσα διάταξη, και εκείνο που δεν αποτελεί μεν άμεση συνέπεια της εκτέλεσης της εργασίας, αλλά συνδέεται προς αυτή με σχέση αιτίου και αποτελέσματος, εκ του ότι λόγω της εργασίας, δημιουργήθηκαν οι ιδιαίτερες αυτές συνθήκες, που δεν θα υπήρχαν χωρίς την εργασία. Σε περίπτωση τέτοιου ατυχήματος οφείλεται κατ αρχήν η προβλεπόμενη από το άρθρο 3 ταυ ως άνω νόμου ειδική αποζημίωση για περιουσιακή ζημία, για την οποία η ευθύνη του εργοδότη είναι αντικειμενική, δηλαδή αυτός ευθύνεται σε καταβολή της αποζημίωσης ανεξάρτητα από την ύπαρξη πταίσματος του ή πταίσματος των προστηθέντων από αυτόν προσώπων, μπορεί δε κατ' εφαρμογή του άρθρου 16 παρ. 4 εδ. ας β' και γ’ του Ν. 551/1915 να μειωθεί, κατά την κρίση του δικαστηρίου, η αποζημίωση μέχρι το μισό της, μόνο όταν ο παθών επέδειξε την ειδική αμέλεια που συνίσταται στην από μέρους του αδικαιολόγητη παράβαση των διατάξεων νόμων, διαταγμάτων ή συναφών κανονισμών, που θέτουν τους όρους ασφάλειας στην εργασία και έχουν εκδοθεί από την αρμόδια αρχή ή τον κύριο της επιχείρησης, εφόσον στην τελευταία περίπτωση κυρώθηκαν από την αρχή. Πλήρη αποζημίωση κατά το κοινό δίκαιο, σύμφωνα με τις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 914, 922, 928 έως 932 ΑΚ, έχουν το δικαίωμα κατά το άρθρο 16 παρ. 1 του Ν. 551/1915 να ζητήσουν ο παθών από εργατικό ατύχημα και σε περίπτωση θανάτου του οι προσδιοριζόμενοι στο άρθρο 6 του Ν. 551/1915 συγγενείς του μόνο όταν το ατύχημα μπορεί να αποδοθεί σε δόλο του εργοδότη ή των προστηθέντων από αυτόν προσώπων ή όταν έγινε σε εργασία ή επιχείρηση στην οποία δεν τηρήθηκαν οι παραπάνω διατάξεις για τους όρους ασφάλειας και σε αιτιώδη μ: αυτές συνάφεια.
Τέτοιες διατάξεις είναι ειδικότερα μόνο εκείνες που προβλέπουν συγκεκριμένα μέτρα, μέσα και τρόπους προς επίτευξη της ασφάλειας των εργαζομένων και όχι τρίτων, δηλαδή δεν αρκεί ότι το ατύχημα επήλθε από την παράβαση όρων, οι οποίοι επιβάλλονται μόνο από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, χωρίς κατά τα λοιπά να προβλέπονται από ειδική διάταξη νόμου (βλ. σχετ. ΟΛΑΠ 26/1995 ΕλλΔνη 1996.38, ΑΠ 1858/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 2014/2007 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 1602/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 1602/2005 Αρμ 2006.1194, ΕφΔωδ 1/2011 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔωδ 75/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΝαυπλ 414/2007 ΕφΑΔ 2009.155). Περαιτέρω, από τις διατάξεις των άρθρων 34 παρ. 2 και 60 παρ, 3 του ΑΝ 1846/1951 «Περί κοινωνικών ασφαλίσεων», συνδυαζόμενες με τις διατάξεις του άρθρου 16 παρ. 1 και 3 του ως άνω Ν. 551/1915, σαφώς συνάγεται ότι όταν ο παθών από ατύχημα, που προκλήθηκε εξαιτίας βίαιου συμβάντος κατά την εκτέλεση της εργασίας ή με αφορμή την εργασία (εργατικό ατύχημα) υπάγεται στην ασφάλιση του ιδρύματος Κοινωνικών Ασφαλίσεων (Ι.ΚΑ), δηλαδή έπαθε στον τόπο της εργασίας του, που βρίσκεται μέσα σε ασφαλιστική περιοχή του Ι.K.A., οπότε ο παθών θεωρείται αυτοδικαίως ασφαλισμένος σ; αυτό (ήδη η ασφάλιση του Ι.Κ.Α, επεκτάθηκε σε ολόκληρη τη χώρα με το άρθρα 3 του Ν. 1305/1982), τότε ο εργοδότης απαλλάσσεται από κάθε υποχρέωση για αποζημίωση του εργαζομένου, δηλαδή απαλλάσσεται τόσο από την ευθύνη για αποζημίωση σύμφωνα με τις διατάξεις του κοινού δικαίου (Αστικού Κώδικα), όσο και από την προβλεπόμενη κατά τις διατάξεις του Ν. 551/1915 ειδική αποζημίωση, και μόνο αν τα ατύχημα οφείλεται σε δόλο του εργοδότη ή προσώπου που έχει προστηθεί από τον εργοδότη, ο τελευταίος έχει υποχρέωση να κοταβάλει στον παθόντα εργαζόμενο την από το άρθρο 34 παρ. 2 του ΑΝ 1846/1951 προβλεπόμενη διαφορά μεταξύ του ποσού της σύμφωνης με το κοινό δίκαιο οφειλόμενης αποζημίωσης και του ολικού ποσού των παροχών που λόγω του ατυχήματος χορηγεί στον εργαζόμενο το Ι.K.A. Από τις ίδιες, εξάλλου, διατάξεις συνάγεται ότι η παραπάνω απαλλαγή αφορά όχι μόνο την περίπτωση που το ατύχημα προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη του εργοδότη ή του εργαζομένου (παθόντος), αλλά και την περίπτωση που προκλήθηκε από ενέργεια ή παράλειψη προσώπου που είχε προστηθεί από τον εργοδότη, καλύπτει δε η απαλλαγή αυτή και την περίπτωση της «ειδικής αμέλειας», δηλαδή την περίπτωση κατά την οποία το ατύχημα οφείλεται στο ότι δεν τηρήθηκαν οι διατάξεις ισχυόντων νόμων, διαταγμάτων ή κανονισμών σχετικών με την ασφάλεια των εργαζομένων. Έτσι ο εργαζόμενος, που είναι ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α. και υπέστη εργατικό ατύχημα, δικαιούται στις παραπάνω (εκτός δόλου) περιπτώσεις μόνο τις παροχές που χορηγούνται από το Ι.Κ.Α, Μάλιστα, η κατά τα ανωτέρω απαλλαγή του εργοδότη από την ευθύνη προς αποζημίωση για περιουσιακή ζημία από εργατικό ατύχημα, χωρεί έστω και αν δεν έχει γίνει η καταβολή των οφειλόμενων εισφορών στο Ι.Κ.Α. και ανεξάρτητα από το χρόνο ασφάλισης του μισθωτού σ’ αυτό, γιατί ο νόμος απαιτεί απλώς ο μισθωτός, που υπέστη το ατύχημα, να είναι ασφαλιστέος στο Ι.Κ.Α.. χωρίς να αξιώνει και την προηγούμενη εγγραφή του στα μητρώα ασφαλισμένων του ιδρύματος ή να έχει εφοδιαστεί με ασφαλιστικό βιβλιάριο, ενώ είναι αδιάφορο αν έχει αναγγελθεί η απασχόληση του μισθωτού στις υπηρεσίες ταυ Ι.Κ.Α, αν έχουν καταβληθεί οι εισφορές ή οφείλονται και από ποιον, αρκεί οε επίσης ότι ο παθών δικαιούται να αξιώσει ασφαλιστικές παροχές από το Ι.K.A., χωρίς να απαιτείται να έχει λάβει πραγματικά αυτές (βλ, σχετ. ΑΠ 52/2011 ΕλλΔνη 2011.1613, ΑΠ 1085/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΑΘ 2406/2004 ΕλλΔνη 2004.1075, ΕφΘεσ 293/2012 Αρμ 2012.1129, Εφθεσ 111/2003 Αρμ 2003.1048, ΕφΠατρ 151/2009 ΑχαΝομ 2010.57, ΕφΛαρ 158/2001 ΔΙΚΟΓΡΑΦΙΑ 2001.240, ΕφΔυτΣτερΕλλ 8/2012 ΔΕΕ 2012.598). Πάντως ο παθών από εργατικά ατύχημα που οφείλεται σε πταίσμα, επομένως και σε οποιασδήποτε μορφής αμέλεια και όχι μόνο στην ειδική αμέλεια περί την τήρηση των όρων ασφαλείας του άρθρου 16 του Ν. 515/1915, του εργοδότη ή των προσώπων που αυτός έχει προστήσει στην υπηρεσία του, και, σε περίπτωση θανάτου αυτού, οι επιζώντες σύζυγος και συγγενικά πρόσωπα τούτου, έχουν το δικαίωμα να απαιτήσουν, σύμφωνα με τις συνδυασμένες διατάξεις των άρθρων 299, 914, 922, 926 και 932 ΑΚ, να τους καταβάλει ο εργοδότης χρηματική ικανοποίηση προς αποκατάσταση της ηθικής βλάβης ή της ψυχικής οδύνης, αντίστοιχα, που τους προκάλεσε το ατύχημα, γιατί η πιο πάνω απαλλαγή των υπαιτίων από κάθε υποχρέωση τους για αποζημίωση, δηλαδή για αξίωση εντελώς περιουσιακού χαρακτήρα, δεν καλύπτει και την περιλαμβανόμενη σ’ αυτή ως άνω αξίωση για χρηματική ικανοποίηση, αφού καμία παροχή χορηγούμενη από το ΙΚΑ δεν μπορεί να δικαιολογήσει τον αποκλεισμό της εκ λόγω διαφορετικής φύσης αξίωσης, η επιδίκαση ή μη της οποίας εξαρτάται από την εύλογη κρίση του δικαστηρίου (βλ. σχετ. ΑΠ 81/2013 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 906/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 723/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 11/2012 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), Σε περίπτωση, όμως, εργατικού ατυχήματος, όταν ο παθών εργαζόμενος υπάγεται στην ασφάλιση του Ι.ΚΑ, το οποίο έχει αναλάβει την αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας, δεν νομιμοποιείται αυτός να αξιώσει από τον εργοδότη και την αυτοτελή αποζημίωση από το άρθρο 931 ΑΚ, ο δε τελευταίος απαλλάσσεται από την υποχρέωση για την αποζημίωση και του άρθρου αυτού, η οποία έχει σκοπό την αποκατάσταση της περιουσιακής ζημίας του παθόντος (βλ. σχετ. ΟλΑΠ 18/2008 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΘεσ 293/2012 Αρμ 2012,1129).
Στην προκείμενη περίπτωση, α ενάγων, με την κρινόμενη αγωγή του κατόπιν παραδεκτής διόρθωσης του δικογράφου αυτής με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων δικηγόρων του στο ακροατήριο που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της παρούσας και με τις νομότυπα κατατεθειμένες προτάσεις του, εκθέτει ότι δυνάμει της από 27.9.2014 σύμβασης εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου προσλήφθηκε από την εναγόμενη ανώνυμη εταιρία, που διατηρεί επιχείρηση εκκόκκισης βάμβακος στον ……… ως βοηθός εκκοκκιστή και τροφοδότης, το αντικείμενο δε της εργασίας του περιελάμβανε το δέσιμο του βαμβακιού σε μπάλες με την χρήση συρμάτων. Ότι την 21η. 10.2014 συνέβη το ειδικότερα περιγραφόμενο εργατικό ατύχημα, που είχε ως αποτέλεσμα τις αναφερόμενες σωματικές βλάβες στη δεξιά κνήμη του, για την αποκατάσταση των οποίων υποβλήθηκε σε σειρά χειρουργικών επεμβάσεων. Ότι αποκλειστικά υπαίτιοι του εν λόγω ατυχήματος είναι οι εναγόμενοι, οι οποίοι από αμέλεια τους παρέλειψαν να λάβουν τα αναφερόμενα, επιβαλλόμενα από νομικές διατάξεις, ειδικά μέτρα ασφαλείας για τα κινούμενα μηχανικά στοιχεία του εξοπλισμού εργασίας και δη δεν φρόντισαν ώστε αυτά να είναι εφοδιασμένα με προφυλακτήρες ή συστήματα προστασίας για την πρόληψη κάθε κινδύνου επαφής μ’ αυτά, σε κάθε δε περίπτωση δεν εφάρμοσαν τις γενικές νόμιμες διατάξεις για την τήρηση των, επιβαλλόμενων από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, όρων και προϋποθέσεων περί της ορθής εκτέλεσης της εργασίας που του ανέθεσαν. Ότι συνεπεία του επίδικου εργατικού ατυχήματος, το δεξί του πόδι ακρωτηριάστηκε, η δε αναπηρία του αυτή και η παραμόρφωση θα επηρεάσει δυσμενώς τη μελλοντική προσωπική, οικονομική, κοινωνική και ψυχολογική του κατάσταση. Με βάση το ιστορικό αυτό ζητεί, όπως παραδεκτά περιόρισε τα αρχικά καταψηφιστικα αγωγικά κονδύλια και σε εν μέρει έντοκα αναγνωριστικά, με προφορική δήλωση των πληρεξούσιων δικηγόρων του στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, και με τις νομότυπα κατατεθειμένες προτάσεις του, με απόφαση που θα κηρυχθεί προσωρινά εκτελεστή και με απαγγελία σε βάρος των εναγομένων προσωπικής κράτησης διάρκειας ενός (1) έτους, ως μέσο αναγκαστικής εκτέλεσης της απόφασης που θα εκδοθεί: 1) Να καταδικασθούν οι εναγόμενοι να του καταβάλουν, έκαστος εις ολόκληρον: α) το ποσό των 10.000 ευρώ) για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής Βλάβης που υπέστη από το αναφερόμενο εργατικό ατύχημα, β) το ποσό των 10.000 ευρώ ως ειδική αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ, λόγω της προαναφερόμενης αναπηρίας και παραμόρφωσης του. 2) Να αναγνωριστεί η υποχρέωση των εναγομένων να του καταβάλουν, έκαστος εις ολόκληρον: α) το ποσό των 590.000 ευρώ για χρηματική ικανοποίηση λόγω της ηθικής βλάβης που υπέστη από το αναφερόμενο εργατικό ατύχημα, β) το ποσό των 290.000 ευρώ ως ειδική αποζημίωση του άρθρου 931 ΑΚ, λόγω της προαναφερόμενης αναπηρίας και παραμόρφωσης του, τα δε ανωτέρω ποσά με το νόμιμο τόκο και μέχρι την πλήρη εξόφληση. Με αυτό το περιεχόμενο και αιτήματα, η κρινόμενη αγωγή αρμόδια εισάγεται προς συζήτηση ενώπιον του παρόντος Δικαστηρίου (άρθρα 14 παρ. 2, 16 παρ. 2. 25 παρ. 2 και 664 ΚΠολΔ), κατά την ειδική διαδικασία των εργατικών διαφορών (άρθρα 666 παρ. 1, 667, 670 - 676 ΚΠολΔ), είναι, όμως, σύμφωνα και με τα διαλαμβανόμενα στην ανωτέρα) νομική σκέψη, απορριπτέα προεχόντως ως μη νόμιμη κατά το μέρος αυτής με το οποίο ζητείται αυτοτελής αποζημίωση κατ' άρθρο 931 ΑΚ. Ειδικότερα, ο ενάγων διώκει με την κρινόμενη αγωγή του την καταδίκη και την αναγνώριση της υποχρέωσης των εναγομένων προς καταβολή των προαναφερόμενων κονδυλίων επί τη βάσει του επικαλούμενου εργατικού ατυχήματος που υπέστη, πλην, όμως, όντας ασφαλισμένος στο Ι.Κ.Α., συντρέχει στην προκείμενη περίπτωση απαλλαγή των εναγόμενων από την υποχρέωση τους προς αποζημίωση για αποκατάσταση της περιουσιακής του ζημίας, ήτοι τόσο της κατά το κοινό δίκαιο ευθύνης για αποζημίωση όσο και της προβλεπόμενης από το Ν. 551/1915 ειδικής αποζημίωσης, ενόψει και του ότι ο ενάγων ουδόλως εκθέτει στο δικόγραφο της ένδικης αγωγής του ότι το επίδικο ατύχημα οφειλόταν σε δόλο της εναγομένης και των εκπροσώπων της (βλ. χαρακτηριστικά την 7η σελίδα της αγωγής). Κατά τα λοιπά και δη ως προς την αγωγική αξίωση περί χρηματικής ικανοποίησης του ενάγοντος λόγω της ηθικής του βλάβης, η κρινόμενη αγωγή είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 298, 299, 330, 341, 345, 346 (βλ. για το νόμιμο του αιτήματος αναγνώρισης οφειλής τόκων λόγω επίδοσης της αγωγής, ως όχλησης, και μετά από την παραίτηση ταυ ενάγοντος από τα ως άνω αναφερόμενα καταψηφιστικά αιτήματα της αγωγής του και την τροπή τους σε αναγνωριστικά, κατά το συνδυασμό των διατάξεων των άρθρων 340, 345, 346 ΑΚ και 215 παρ, 1 εό. α\ 221 παρ. 1, 223 και 295 παρ, 1 ΚΠολΔ, ΟλΑΠ 24/2004 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΟλΑΠ 23/2004 ΝοΒ 2005.74, ΟλΑΠ 13/1994 ΕλλΔνη 1994.1259, ΑΠ 1122/2000 ΕλλΔνη 2000, 1664), 481, 648, 914, 932 ΑΚ, Ν, 551/1915, Β.Δ. 10-9/14-10-1937, Π.Δ. 305/1994, Π.Δ. 16/1996, Π.Δ, 17/1996, 70, 74, 176 και 191 ΚΠολΔ, πλην των παρεπόμενων αιτημάτων περί αφενός μεν κήρυξης της απόφασης προσωρινά εκτελεστής για το πέραν του καταψηφιστικού αιτούμενου ποσού, αφετέρου δε απαγγελίας προσωπικής κράτησης σε βάρος των εναγομένων, τα οποία, μετά την τροπή του ανωτέρω καταψηφιστικού αιτήματος της αγωγής σε αναγνωριστικό, κατέστησαν απορριπτέα ως μη νόμιμα, καθόσον προσωρινά εκτελεστές κηρύσσονται μόνο οι καταψήφιστικές αποφάσεις, προσωπική δε κράτηση απαγγέλλεται μόνο ως μέσο έμμεσης εκτέλεσης των καταψηφιστικών χρηματικών αξιώσεων σε βάρος των προσώπων αυτών πλέον των 30.000 ευρώ (άρθρο 1047 παρ. 2 ΚΠολΔ). Επομένως, εφόσον για το καταψηφιστικό και το αναγνωριστικό αντικείμενο της κρινόμενης αγωγής δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, το οποίο σε κάθε περίπτωση δεν απαιτείται για τις αγωγικές αξιώσεις περί χρηματικής ικανοποίησης συνεπεία εργατικού ατυχήματος [βλ. άρθρο 15 παρ. 2 του Ν. 551/1915, που εφαρμόζεται για την ταυτότητα του νομικού λόγου και σε αξιώσεις επί χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, για τις οποίες δεν απαιτείται η καταβολή τέλους δικαστικού ενσήμου, αφού συντρέχει ο ίδιος με την αξίωση καταβολής αποζημίωσης από εργατικό ατύχημα δικαιολογητικός λόγος απαλλαγής από την καταβολή του τέλους αυτού (βλ. αχεί. ΑΠ 691/2006 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΕφΔυτΜακ 36/2007 Αρμ 2008,936, ΕφΘεσ 1090/2005 Αρμ 2005.1080, ΕφΛαρ 51/2005 ΔίΚΟΓΡΑΦΙΑ 2005.313)], η αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα.
Οι εναγόμενος με προφορική δήλωση των πληρεξουσίων δικηγόρου τους στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της παρούσας, και με τις νομότυπα κατατεθειμένες προτάσεις τους, στις οποίες αναπτύσσονται και οι προταθέντες στο ακροατήριο ισχυρισμοί τους, αρνούνται αιτιολογημένα την αγωγή, ισχυριζόμενοι ότι το επίδικο ατύχημα οφείλεται σε αποκλειστική υπαιτιότητα του ενάγοντος, άλλως συνυπαιτιότητας αυτού κατά ποσοστό 98%, διότι η επίμαχη εκκοκκιστική μηχανή έφερε τις προβλεπόμενες προστατευτικές διατάξεις, ο δε ενάγων κατά την εκτέλεση της εργασίας που του ανατέθηκε στο εν λόγω μηχάνημα, ενεργώντας αυτοβούλως, επιπόλαια και από απερισκεψία, προέβη στον ειδικότερα περιγραφόμενο μη ενδεδειγμένες ενέργειες, με συνέπεια τον αναφερόμενο τραυματισμό του. Ο ισχυρισμός αυτός κατά μεν το κύριο σκέλος του συνιστά αιτιολογημένη άρνηση της αγωγής, κατά δε το επικουρικό σκέλος του συνιστά νόμιμη κατ άρθρο 300 ΑΚ ένσταση συντρέχοντος πταίσματος του ενάγοντος, η οποία παραδεκτά προτείνεται προς αντίκρουση της ένδικης αγωγής, ενόψει του ότι η διάταξη του άρθρου 16 παρ. 4 του Ν. 551/1915, κατά την οποία επί εργατικού ατυχήματος το συντρέχον πταίσμα του παθόντος αντιτάσσεται νόμιμα μόνο αν αφορά παραβίαση διατάξεων ή κανονισμών που θέτουν όρους ασφαλείας στην εργασία, αναφέρεται στην επιδίκαση αποζημίωσης για περιουσιακή ζημία και όχι για χρηματική ικανοποίηση λόγω ηθικής βλάβης, όπως εν προκειμένω, λαμβάνεται δε υπόψη το συντρέχον πταίσμα για τον καθορισμό του ποσού της χρηματικής ικανοποίησης, χωρίς καθορισμό του ποσοστού του και ανεξαρτήτως συνδρομής των προϋποθέσεων της ανωτέρω διάταξης. Επομένως, πρέπει να ερευνηθεί περαιτέρω ως προς την ουσιαστική της βασιμότητα (βλ. σχετ. ΑΠ 578/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1524/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1544/2002 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ, ΑΠ 1373/2002 ΝοΒ 2003.459, ΕφΑΘ 382/2006 ΕλΑΔνη 2008.561 Εφθεσ 2387/2005 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ).
Η πρώτη εναγόμενη της κύριας αγωγής, με την προαναφερόμενη προσεπίκληση σε αναγκαστική παρέμβαση και τη σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή αποζημίωσης, αφού διαλαμβάνει στο δικόγραφο το κείμενο της ως άνω εναντίον της κύριας αγωγής, εκθέτει περαιτέρω, ότι κατά τον χρόνο του εργατικού ατυχήματος, η παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, με την αναφερόμενη σύμβαση ασφάλισης, είχε αναλάβει την κάλυψη των εναντίον της απαιτήσεων, περιλαμβανόμενης και της χρηματικής ικανοποίησης λόγω ηθικής βλάβης, μέχρι του ποσού των 300.000 ευρώ κατ' άτομο για τις σωματικές βλάβες προσώπων και συνολικά του ποσού των 600.000 ευρώ, που θα προέρχονταν από τη λειτουργία των ασφαλισμένων μηχανολογικών εγκαταστάσεων του επίδικου εκκοκιστηρίου βάμβακος. Με βάση τα περιστατικά αυτά προσεπικαλεί την παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία να παρέμβει στην μεταξύ της ίδιας και του ενάγοντος ανοιγείσα δίκη προς υποστήριξη της και ζητά, με την σωρευόμενη παρεμπίπτουσα αγωγή, όπως παραδεκτά περιόρισε το καταψηφιστικό αγωγικό αίτημα, με προφορική δήλωση της πληρεξουσίου δικηγόρου της στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης του παρόντος Δικαστηρίου, και με τις νομότυπα κατατεθειμένες προτάσεις της, σε περίπτωση ήττας της, να υποχρεωθεί η παρεμπιπτόντως εναγόμενη ασφαλιστική εταιρεία, με απόφαση προσωρινά εκτελεστή, να της καταβάλλει οποιοδήποτε χρηματικό ποσό, μέχρι το ποσό των 250.000 ευρώ, πλέον τόκων και δικαστικής δαπάνης, υποχρεωθεί αυτή (προσεπικαλούσα - παρεμπιπτόντως ενάγουσα) να καταβάλει στον κυρίως ενάγοντα, να καταδικασθεί δε στην δικαστική της δαπάνη. Με αυτό το περιεχόμενο και αίτημα η προσεπίκληση και η σωρευομενη σ’ αυτήν αγωγή αποζημίωσης, αρμόδια εισάγονται γιο συζήτηση στο Δικαστήριο αυτά που είναι καθ’ υλη (άρθρα 14 παρ. 2 και 285 ΚΠολΔ) και κατά τόπο αρμόδιο (άρθρο 31 ΚΠολΔ), κατά την αυτή ειδική διαδικασία των άρθρων 663 - 876 ΚΠολΔ, απορριπτόμενων των περί του αντιθέτου υποστηριζόμενων από την παρεμπιπτόντως εναγομένη. Περαιτέρω, είναι νόμιμη, στηριζόμενη στις διατάξεις των άρθρων 297, 299, 914, 932 ΑΚ, 1 επ. του Ν. 2496/1997, 69 περ. δ', 88, 89, 91, 907, 908, 176, 191 ΚΠολΔ. Επομένως πρέπει να εξετασθεί περαιτέρω και από ουσιαστική άποψη, εφόσον για το αντικείμενο της παρεμπίπτουσας αγωγής καταβλήθηκε το απαιτούμενο τέλος δικαστικού ενσήμου με τις ανάλογες προσαυξήσεις υπέρ τρίτων (βλ. το διπλότυπο είσπραξης τύπου Α σειράς ……… της Δ.Ο.Υ. Α' Θεσσαλονίκης).
Από την εκτίμηση των ενόρκων καταθέσεων των μαρτύρων των διαδίκων, που εξετάστηκαν στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου και oι οποίες περιέχονται στα ταυτάριθμα με την παρούσα απόφαση πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης, από όλα τα επικαλούμενα και νόμιμα προσκομιζόμενα από τους διαδίκους έγγραφα, για μερικά εκ των οποίων γίνεται ειδική αναφορά κατωτέρω, χωρίς. όμως, να παραλειφθεί κάποιο από αυτά για την ουσιαστική διάγνωση της διαφοράς, μεταξύ των οποίων περιλαμβάνεται και η προσκομιζόμενη με επίκληση από τους εναγομένους από 20.1.2016 τεχνική έκθεση του Χ., μηχανολόγου - ηλεκτρολόγου - μηχανικού, που συντάχθηκε κατόπιν εντολής της πρώτης εναγομένης, από την επικαλούμενη και προσκομιζόμενη από τον ενάγοντα ένορκη βεβαίωση με αριθμό …….. ενώπιον του συμβολαιογράφου ……….., που λήφθηκε μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (προ είκοσι τεσσάρων ωρών) κλήτευση των αντιδίκων του, κατά το άρθρο 671 παρ. 1 εδ. δ’ ΚΠολΔ, με προφορική δήλωση των πληρεξούσιων δικηγόρων του ενάγοντος στο ακροατήριο, που καταχωρήθηκε στα πρακτικά δημόσιας συνεδρίασης της παρούσας απόφασης (βλ. για το νομότυπο της κλήτευσης σχετ. ΑΠ 678/2007 TNΠ
ΝΟΜΟΣ), από τις επικαλούμενες και προσκομιζόμενες από τους εναγομένους ένορκες βεβαιώσεις με ………. και ……… ενώπιον της Ειρηνοδίκου Λάρισας, οι οποίες λήφθηκαν μετά από νομότυπη και εμπρόθεσμη (προ είκοσι τεσσάρων ωρών) κλήτευση του ενάγοντος, κατά το άρθρο 671 παρ. 1 εδ. δ' ΚΠολΔ, όπως προκύπτει από τις προσκομιζόμενες εκθέσεις επίδοσης με αριθμούς ……… του δικαστικού επιμελητή στο Πρωτοδικείο Λάρισας …….. και ……….. της δικαστικής επιμελήτριας στο Πρωτοδικείο Λάρισας ……………. αντίστοιχα, από τις προσκομιζόμενες με επίκληση από τον ενάγοντα φωτογραφίες, η γνησιότητα των οποίων δεν αμφισβητήθηκε (άρθρα 444 παρ, 3, 448 παρ. 2 και 457 παρ. 4 ΚΠολΔ, βλ... για το επιτρεπτό αυτών ως αποδεικτικό μέσο, ΑΠ 139/2009 ΤΝΠ ΝΟΜΟΣ), καθώς και από τα έγγραφα της ποινικής δικογραφίας (εξετάσεις μαρτύρων κατά τη διενεργηθείσα αστυνομική προανάκριση κ.λπ.), που εκτιμώνται ελεύθερα στην παρούσα δίκη ως δικαστικά τεκμήριο (βλ. ΑΠ 154/1992 ΕλΑΔνη 33,814, ΑΠ 796/1983 ΕλλΔνη 1983.1398, ΕφΑΘ 9440/1986 ΕλλΔνη 1986.869), αποδείχθηκαν τα ακόλουθα πραγματικά περιστατικά: Η πρώτη εναγόμενη ανώνυμη εταιρία, που εδρεύει στη Θεσσαλονίκη, δραστηριοποιείται στην εκκόκκιση βάμβακος και διατηρεί στον ……… εργοστάσιο εκκόκκισης βάμβακος. Η κύρια λειτουργία του εκκοκκιστηρίου είναι να διαχωριστούν τα χνούδια από το σπόρο, η παραγωγική διαδικασία διαρκεί όσο και το αγροτικό προιόν (σύσπορο βαμβάκι), ενώ στην περίοδο που υπάρχει αυξημένη παραγωγή το εκκοκκιστήριο λειτουργεί με τρεις (3) βάρδιες. Στα πλαίσια της επιχειρηματικής της δραστηριότητας η πρώτη εναγομένη προσέλαβε τον ενάγοντα την 27η.9.2014, με σύμβαση εξαρτημένης εργασίας ορισμένου χρόνου, προκειμένου να εργαστεί ως βοηθός εκκοκιστή και τροφοδότης έως το τέλος της τότε εκκοκιστικής περιόδου. Ο ενάγων πράγματι προσέφερε τις υπηρεσίες του για την θέση εργασίας νια την οποία προσελήφθη. Την 21η.10.2014 ο ενάγων ανέλαβε εργασία στις 23:00 μ.μ., σύμφωνα με το πρόγραμμα εργασίας, στην 3-βάρδια, η οποία άρχιζε από τις 23:00 μ.μ, έως 07:00 π.μ., στην πρέσα για την τοποθέτηση συρμάτων, η οποία βρισκόταν στην Μονάδα Β του εν λόγω εκκοκκιστηρίου, Εκείνη την στιγμή στην πρέσα εργάζονταν έξι άτομα (τέσσερις στα σύρματα, ένας χειρίστης και ένας στη σήμανση δεμάτων). Στον ίδιο χώρο (Μονάδα Β') υπάρχουν τρεις εκκοκκιστικές μηχανές (….. - βούρτσα τύπου περίπτερο τζιν), η λειτουργία της κάθε μίας είναι να τραβάει το χνούδι και να το διαχωρίζει από τον βαμβακόσπορο. Τα δόντια του πριονιού χωρίζουν το χνούδι από τον σπόρο. Ο σπόρος περνά μέσα από οπές στο σωλήνα σπόρων που βρίσκεται στο κέντρο του κουτιού ρολού όταν μεταφέρονται στα άκρα του τζιν και από εκεί στον κεντρικό κοχλία, στην αντλία σπόρων και μετά στην αποθήκη. Ο ενάγων εργαζόταν στο χώρο παραγωγής της επιχείρησης, στην πρέσα για την τοποθέτηση συρμάτων και έδενε το βαμβάκι σε μπάλες με τα σύρματα, όπως και τις προηγούμενες ημέρες. Κατά τη διάρκεια της εργασίας του, όμως, στις 23:15 μ.μ. περίπου εμφανίστηκε βλάβη σε ένα πριόνι από τον πριονοφόρο άξονα της δεύτερης (μεσαίας) εκκοκκιστικής μηχανής. Τότε ο τέταρτος εναγόμενος, που είναι και πρακτικός μηχανικός Γ τάξης, ενημέρωσε τον μηχανικό βάρδιας Θ., ο οποίος βρισκόταν στην μονάδα Α και στη συνέχεια έδωσε εντολή να αρχίσει την διαδικασία αποσυναρμολόγησης για την αντικατάσταση του άξονα. Ο τέταρτος εναγόμενος, αφού σταμάτησε την λειτουργία της μεσαίας μηχανής, χωρίς όμως να διακόψει την λειτουργία του κεντρικού κοχλία, ο οποίος μεταφέρει τον καρπό και είναι συνδεδεμένος και με τις άλλες δύο μηχανές (οι οποίες ήταν σε λειτουργία), έβγαλε τα δύο καπάκια που βρίσκονταν αριστερά και δεξιά αυτής και μετά αποσυναρμολόγησε το μπροστινά μέρος της μηχανής. Εκείνη την στιγμή ζήτησε βοήθεια από τον ενάγοντα, ο οποίος δούλευε στην πρέσα, για να κατεβάσουν το μπροστινό μέρος με τις αλυσίδες (παλάγκο), εργασία η οποία δεν χρειαζόταν ιδιαίτερες γνώσεις ούτε ήταν επίπονη. Αφού κατέβασαν το μπροστινό μέρος, έστειλε τον ενάγοντα στην μονάδα Α' για να φέρει κάποιο κλειδί, όπως αναφέρει ο ενάγων στην προανακριτική του κατάθεση στο Α.Τ….. την 17η.1.2015, στο δε διάστημα αυτό ο τέταρτος εναγόμενος κάλυψε τα δύο ανοίγματα που υπήρχαν στο δάπεδο (διαστάσεων το κάθε άνοιγμα 30 Χ 20 cm) λόγω της αφαίρεσης των χωνιών, κάτω από τα οποία περνούσε ο κεντρικός κοχλίας. Όταν επέστρεψε ο ενάγων ο τέταρτος εναγόμενος έδωσε εντολή να απομακρυνθούν όλοι oι εργαζόμενοι που βρισκόταν στον χώρο, μαζί και ο ενάγων, ο οποίος όμως δεν έφυγε αλλά τουναντίον από δική του ενέργεια πήγε στην δεξιά πλευρά της μηχανής για να καθαρίσει τα υπολείμματα από βαμβάκι, γεγονός που είχε ως αποτέλεσμα να πατήσει το κάλυμμα επί του επιδοπέδιου δεξιού ανοίγματος και να μπει το δεξί πόδι του μέσα στον κεντρικό κοχλία. Αμέσως, ο τέταρτος εναγόμενος, ο οποίος εργάζονταν σε κοντινή απόσταση στην αριστερή πλευρά της μεσαίας εκκοκκιστικής μηχανής, σταμάτησε την λειτουργία του κεντρικού κοχλία της μηχανής και προσέτρεξε σε βοήθεια του ενάγοντος. Σε βοήθεια προσέτρεξσν και άλλοι εργαζόμενοι της επιχείρησης, ενημερώθηκαν δε και οι εκπρόσωποι της εταιρίας, ενώ ο ενάγων διακομίστηκε με ασθενοφόρο στο Γενικό Νοσοκομείο Λάρισας. Ο ενάγων υπεβλήθη σε διαμόρφωση κολοβόματος κάτω 1/3 της (ΔΕ) κνήμης και σύγκλειση των θλαστικών τραυμάτων της (ΔΕ) ιγνυακής κοιλότητας και δεξιάς γαστροκνημίας. Υπεβλήθη σε ακρωτηριασμό (ΔΕ) κάτω άκρου και βαριά συνθλιππκά τραύματα (ΔΕ) κνήμης, μηρού, κάταγμα έξω κνημιαίου κονδύλου και κεφαλής περόνης (ΔΕ), διατομή ισχιακού νεύρου στο ύψος της ιγνυακής κοιλότητας. Μετά πάροδο 20 ημερών επισυνέβη νέκρωση δέρματος και μυών της γαστροκνημίας οπότε και υπεβλήθη σε υψηλότερο ακρωτηριασμό της κνήμης 7 cm κάτωθεν του μνημιαίου κυρτώματος και σε εκ νέου διαμόρφωση κολοβώματος. Στον ενάγοντα τοποθετήθηκε τεχνητό μέλος, ενώ κρίθηκε με ποσοστό αναπηρίας ανερχόμενο σε 50% εφ' όρου ζωής. Ο ενάγων, με το δικόγραφο της κρινόμενης αγωγής του επικαλείται όλως αβάσιμα ότι το επίδικο εργατικό ατύχημα οφείλεται πρωτίστως στο γεγονός ότι εκτελούσε εντολές του τέταρτου εναγομένου και βοηθούσε τον τελευταίο στην επισκευή της μεσαίας εκκοκκιστικής μηχανής, πλην, όμως, όπως αποδείχθηκε από τα προσκομισθέντα αποδεικτικά μέσα, ο τέταρτος εναγόμενος έδωσε εντολή σε όλους τους εργαζόμενους να απομακρυνθούν από την μεσαία (υπό επισκευή) εκκοκκιστική μηχανή, ενώ ο ενάγων αυτοβούλως πήγε στην δεξιά πλευρά της εν λόγω μηχανής νια να την καθαρίσει από υπολείμματα βάμβακος. Είναι χαρακτηριστικό ότι τα ανωτέρω αποδειχθέντα επιβεβαιώνει και ο ίδιος ο ενάγων στην προανακριτική του κατάθεση στο AT ….. την 17η.1.2015, όπου καταθέτει: «Την ίδια στιγμή με εντολή του Μ. πήγα στην Α μονάδα του εκκοκκιστηρίου να πάρω ένα κλειδί από την αποθήκη και να το δώσω στον ίδιο. Όταν επέστρεψα μπροστά οπό τη χαλασμένη εκκοκκιστική μηχανή βρισκόταν πέριξ άλλοι δύο ή τρεις εργαζόμενοι, χωρίς να θυμάμαι ποιοι ήταν, και παρακολουθούσαν τον …. Έπειτα ο ….. μας είπε να απομακρυνθούμε από το σημείο και οι άλλοι φύγανε. Εκείνη τη στιγμή ο …….καθάριζε κάποια κατάλοιπα βαμβακιού στην αριστερή πλευρά της μηχανής. Εγώ από μόνος μου πήγα στην δεξιά πλευρά της μηχανής για να καθαρίσω υπολείμματα βαμβακιού και ξαφνικά μπήκε το πόδι μου το δεξί μέσα στο άνοιγμα στο δάπεδο .,.». Τα ίδια αναφέρει και η μάρτυρας του ενάγοντος και σύζυγος του, κατά την ένορκη κατάθεση της στο ακροατήριο αυτού του Δικαστηρίου, η οποία κατέθεσε ότι: «Ο άντρας μου πήγε να καθαρίσει τη μηχανή από τα πλάγια, από μόνος του ...», «Ο κ. …… είπε να απομακρυνθούν όλοι ….», «Την είχε ακούσει την εντολή ο άντρας μου ,,.». Επομένως, με την προσκόμιση του κλειδιού, η εργασία του ενάγοντα και η όποια εμπλοκή του με την επισκευή της εκκοκκιστικής μηχανής είχε τελειώσει. Πρέπει να σημειωθεί ότι η περιγραφή του ένδικου ατυχήματος στην αγωγή απέχει από την περιγραφή του ένδικου ατυχήματος στις καταθέσεις του ενάγοντος, των μαρτύρων, της έκθεσης αυτοψίας και της πραγματογνωμοσύνης. Σε κάθε περίπτωση δεν παίζει κανένα ρόλο αν το κάλυμμα του δεξιού επιδαπέδιου ανοίγματος του κοχλία ήταν από λαμαρίνα ή από πλαστικό, αφού ο ενάγων δεν έπρεπε να βρίσκεται στο χώρο της υπό επισκευής μηχανή, αφού του είχε ρητά ειπωθεί να απομακρυνθεί, ενώ κανείς άλλος, εκτός από τον ενάγοντα, δεν επιβεβαιώνει ότι στο δεξί αυτό άνοιγμα είχε τοποθετηθεί πλαστικό κάλυμμα (πατάκι αυτοκινήτου όπως λέει ο ενάγων), αφού δεν βρέθηκε κάτι σχετικό. Περαιτέρω, ουδόλως αποδείχθηκε ότι η πρώτη εναγόμενη εταιρία είτε δια των νομίμων εκπροσώπων της είτε δια των προστηθέντων από αυτήν υπαλλήλων της παραβίασε τους, επιβαλλόμενους από την κοινή αντίληψη, την υποχρέωση πρόνοιας και την απαιτούμενη στις συναλλαγές επιμέλεια, όρους ασφάλειας και υγιεινής των εργαζομένων της επιχείρησης της, ιδίως δε ουδόλως αποδείχθηκε ότι ανέθεσε στον ενάγοντα την ανωτέρω συγκεκριμένη εργασία, ήτοι την συμμετοχή στην επισκευή επί του επίμαχου μηχανήματος, ήτοι της μεσαίας εκκοκκιστικής μηχανής. Μάλιστα, η αναφερόμενη στην έκθεση αυτοψίας παραβίαση εκ μέρους των εναγομένων των διατάξεων του ΠΔ 16/1996, Παράρτημα II, παρ. 10.2.6 και του ΠΔ 395/1994 Κεφάλαιο Γ άρθρο 9, παρ. 2.13, πρέπει να θεωρηθεί ως υποχρεώσεις που προβλέπονται και εφαρμόζονται κάθε φορά που το απαιτούν τα χαρακτηριστικά του χώρου εργασίας ή της δραστηριότητας, οι περιστάσεις ή ο κίνδυνος, λαμβανομένου υπόψη ότι στην συγκεκριμένη περίπτωση η υπό επισκευή εκκοκκιστική μηχανή δεν ήταν σε παραγωγική λειτουργία, ο ενάγων δεν είχε κανένα λόγο να βρίσκεται πλησίον της ούτε συμμετείχε στην επισκευή της, του είχε δε ζητηθεί να απομακρυνθεί από τον χώρο πέριξ αυτής. Με βάση τα ανωτέρω συνάγεται ότι το επίδικο εργατικό ατύχημα και οι από αυτό προκληθείσες συνέπειες οφείλονται στην αποκλειστική υπαιτιότητα του ενάγοντος, ο οποίος δεν επέδειξε την, επιβαλλόμενη κατ' αντικειμενική κρίση, προσοχή και επιμέλεια, την οποία όφειλε από τις περιστάσεις ως εργάτης τεχνίτης και μπορούσε να καταβάλει, όπως, άλλωστε, θα έπραττε οποιοσδήποτε άλλος μετρίως συνετός εργάτης της ίδιας ειδικότητας, βρισκόμενος κάτω από τις ίδιες συνθήκες και εργαζόμενος στην ίδια επιχείρηση, με βάση τους νομικούς κανόνες, τις συνήθειες που επικρατούν στις συναλλαγές, την κοινή πείρα και λογική και τη συνήθη πορεία των πραγμάτων. Ειδικότερα δε από επιπολαιότητα και απερισκεψία, αγνοώντας τον εν δυνάμει κίνδυνο για τη σωματική του ακεραιότητα από την πιθανότητα επαφής των κάτω άκρων του με τον εν λειτουργία κοχλία, προέβη στην προπεριγραφόμενη επικίνδυνη ενέργεια, μη προβλέποντας το επελθόν αποτέλεσμα, ενώ δεν θα έπρεπε να την επιχειρήσει αλλά να ακολουθήσει την προβλεπόμενη διαδικασία, την οποία γνώριζε, με την απομάκρυνση του από την υπό επισκευή εκκοκκιστική μηχανή. Κατόπιν τούτων, εφόσον δεν αποδείχθηκε οποιαδήποτε αμελής συμπεριφορά της εναγομένης και των νομίμων εκπροσωπών της, τελούσα σε αιτιώδη συνάφεια με το επίδικο ατύχημα, η κρινόμενη αγωγή, κατά το μέρος που κρίθηκε νόμιμη, πρέπει να απορριφθεί ως ουσιαστικά αβάσιμη. Σημειώνεται, επίσης, ότι μετά την απόρριψη της αγωγής ως προς τους εναγομένους, παρέλκει η εξέταση της προσεπίκλησης με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …… της πρώτης εναγομένης κατά της ανώνυμης εταιρείας με την επωνυμία «…….», νομίμως εκπροσωπούμενης, διότι η εξέταση της τελούσε υπό την αίρεση της ευδοκίμησης της κυρίας αγωγής. Τέλος, ενόψει της δυσχέρειας της ερμηνείας των κανόνων που εφαρμόσθηκαν αναφορικά ιδίως με την υγιεινή και την ασφάλεια των εργαζομένων, το Δικαστήριο κρίνει ότι τα δικαστικά έξοδα θα πρέπει να συμψηφιστούν μεταξύ των διαδίκων (άρθρο 179ΚΠολΔ).
ΓΙΑ ΤΟΥΣ ΛΟΓΟΥΣ ΑΥΤΟΥΣ
ΣΥΝΕΚΔΙΚΑΖΕΙ, κατ’ αντιμωλίαν των διαδίκων, την κύρια αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …….. και την προσεπίκληση με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……….
ΑΠΟΡΡΙΠΤΕΙ την κύρια αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου …… και την προσεπίκληση με την ενωμένη παρεμπίπτουσα αγωγή με αριθμό έκθεσης κατάθεσης δικογράφου ……..
ΣΥΜΨΗΦΙΖΕΙ τα μεταξύ των διαδίκων δικαστικά έξοδα.
ΚΡΙΘΗΚΕ, αποφασίστηκε και δημοσιεύτηκε στη Λάρισα, στο ακροατήριο του, και σε έκτακτη δημόσια συνεδρίαση αυτού, με την παρουσία και της Γραμματέα, χωρίς την παρουσία των διαδίκων και των πληρεξούσιων δικηγόρων τους, την 23 Δεκεμβρίου 2016.

Ο ΔΙΚΑΣΤΗΣ                             Η ΓΡΑΜΜΑΤΕΑΣ





Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου